• Οι Σάτρες ήταν φύλο που κατοικούσε στο νότιο Αίμο, κοντά στους Φιλίππους, οι οποίοι δεν έπαψαν ποτέ να διεκδικούν μέχρι την εποχή των Σταυροφοριών τις κτήσεις που είχαν στην αρχαιότητα. Οι σχέσεις τους με τους γείτονές τους δεν ήταν ειρηνικές και οι βασιλείς των Μακεδόνων και των Ρωμαίων κατέβαλλαν πολλές προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν τις απειλές τους(χτίζοντας οχυρά από την Καβάλα μέχρι τους Φιλίππους). (Cousinery,τομ.ΙΙ,σ. 19)
  • Οι Σάτρες δεν έγιναν ποτέ υποτελείς σε κανένα κυρίαρχο κα συνέχισαν να παραμένουν ελεύθεροι μέχρι την εποχή του Ηροδότου. Κατοικούσαν σε ψηλά βουνά καλυμμένα με χιόνι όπου καρποφορούσαν όλων των ειδών τα δέντρα και ήταν ιδιαιτέρως ανδρείοι. Το μαντείο του Βάκχου βρισκόταν στην περιοχή τους. Οι Βέσσοι ήταν το φύλο που μπορούσε να ερμηνεύσει τους χρησμούς του Διονύσου. Μια ιέρεια ερμήνευε τους χρησμούς οι οποίοι δεν ήταν λιγότερο διφορούμενοι από αυτούς των Δελφών. Ο Ξέρξης πέρασε από τις περιοχές των Πιερίων(όνομα φύλου της περιοχής).Μια από τις περιοχές αυτές ονομάζεται Φαγρής και η άλλη Περγάμη και βρίσκονται πολύ κοντά στο Παγγαίο όπου υπάρχουν μεταλλεία χρυσού και αργύρου τα οποία εκμεταλλεύονται οι Πιέριοι, οι Οδόμαντες και κυρίως οι Σάτρες.(Cousinery,τομ.ΙΙ,σ. 25)
  • Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης και ο Ευστάθιος είναι οι μόνοι που ασχολήθηκαν με τα γεγονότα που οδήγησαν τους Θασίους στην κατάληψη των μεταλλείων του Δάτου. Ο Διόδωρος δίνει και την ακριβή χρονολογία των γεγονότων καθώς τα τοποθετεί στην πρώτη χρονιά της εκατοστής πέμπτης Ολυμπιάδας που συμπίπτει με το πρώτο έτος της βασιλείας του Φιλίππου. Μέχρι τότε οι Σάτρες διατηρούσαν την ανεξαρτησία τους, κατείχαν τα μεταλλεία του Δάτου και μπορούσαν να κόβουν το δικό τους νόμισμα. (Cousinery,τομ.ΙΙ,σ. 101)
  • Τα κύρια μεταλλεία χρυσού βρίσκονταν κοντά στις Κρενίδες(Crenides), σε ένα λόφο που ονομαζόταν, σύμφωνα με τον Αππιανό, λόφος Διονύσου ή λόφος του Βάκχου, ο οποίος δεν ήταν, πιθανόν, παρα μόνο το βουνό όπου, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Σάτραι κατείχαν ένα μαντείο του Βάκχου, του οποίου οι απαντήσεις ήταν το ίδιο αμφίσημες με αυτές των Δελφών.Οι Σάτρες πρέπει να ήταν η αρχική μορφή της λέξης Σάτυροι, ως ακόλουθοι του Βάκχου ( V. Apollodor. 1. 3, c. 5).(Leake, τόμ.ΙΙΙ, σ. 190)
  • Συνεπώς οι Οδομάντες πιθανόν κατείχαν το μεγάλο βουνό που εκτείνεται από τη βορειοανατολική πλευρά της πεδιάδας του Στρυμώνα περίπου από το Μελένικο και το Δεμιρισσάρ σχεδόν μέχρι το Παγγαίο. Η γειτνίαση στο τελευταίο αποδίδεται πιθανόν στο γεγονός ότι ήταν μία από τις τρεις φυλές που δούλευαν στα ορυχεία του βουνού. Οι άλλες δύο ήταν οι Πιερείς και οι Σάτρες, από τους οποίους οι πρώτοι διέμεναν στη νότια πλευρά του βουνού και οι δεύτεροι στην ανατολική πλευρά του. (Leake, τόμ. ΙΙΙ, σ. 210)
  • Στην ίδια υπόθεση οφείλεται ίσως και η ύπαρξη των νομισμάτων της Όσσας, μιας απομακρυσμένης πόλης της Βισαλτίας, σε μια εποχή που η βασιλική νομισματοκοπία ήταν ασήμαντη. Όταν οι βασιλείς είχαν γίνει κυρίαρχοι της Βισαλτίας και των άλλων επαρχιών, η ασημένια νομισματοκοπία ακόμη έμοιαζε αρκετά με τα αυτοδύναμα χρήματα, παρόλο που ήταν ενεπίγραφη μόνο το όνομα του μονάρχη.Την εποχή που κόπηκαν τα βισαλτικά νομίσματα, τα ορυχεία του Παγγαίου βρίσκονταν κυρίως στα χέρια των Θασίων, οι οποίοι είχαν και οι ίδιοι αργυρωρυχεία και για αυτό το λόγο και η ομορφιά και η αφθονία των νομισμάτων της Θάσου.Οι άλλοι που,σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, δούλευαν στα ορυχεία του Παγγαίου, ήταν οι Πιερείς και οι Οδομάντες και κυρίως οι Σάτρες που ήταν στα σύνορα του βουνού. Στα ορυχεία του Παγγαίου ίσως εντοπίσουμε ίχνη ενός μεγάλου κέρματος του βασιλιά των Ηδωνέων, Γέτα όταν οι Ηδωνείς κατέκτησαν τον Δραβίσκο και τις Εννιά Οδούς, οπότε και είχαν την δύναμη να δουλεύουν κάποια από τα ορυχεία.Στις ίδιες περιοχές εντοπίζουμε νοσμίσματα με την επιγραφή ΟΡΡΗΣΚΙΩΝ ή ΩΡΡΗΣΚΙΩΝ, και ΓΕΤΑΙΟΝ όχι ΛΕΤΑΙΩΝ, τα οποία ίσως αναφέρονται στη Λητή της Μακεδονίας. H ομοιότητα των αρχα’ιων νομισμάτων των Ορέσκιων με εκέινα του Γέτα,βασιλιά των Ηδωνέων, είναι αξιοπρόσεκτη. Τα μικρότερα και πιο σύγχρονα, με την επιγραφή ΩΡΗΣΚΙΩΝ, έχουν τον ίδιο τύπο με αυτά που επιγράφονται ΓΕΤΑΙΟΝ, δηλαδή, ενός σατύρου που σκοτώνει μια νύμφη.Φαίνεται ότι όλα ανήκαν στην Ηδωνία ή εκεί κοντά. Οι Σάτυροι ήταν οι Σάτραι και αναφέρονται στην λατρεία του Βάκχου στα βουνά του Παγγαίου και του Όρβελου. (Leake, τόμ. ΙΙΙ, σ. 213)
  • Ο Απολλόδωρος μας άφησε παραδόσεις καταδεικνύοντας τη σύνδεση ανάμεσα στους βασιλείς των Ηδωνέων και στους μύθους των Βάκχων και των Σατύρων. Οι Ορέσκιοι πιθανώς κατοίκησαν τα βουνά πάνω από τον Δραβίσκο, στα οποία βρισκόταν το μαντείο του Βάκχου, ένα επίθετο των οποίων ήταν ορέσκιος.Είναι αξιοπρόσεκτο με μια γενική αναφορά στα ασημένια νομίσματα της Μακεδονίας και της Θράκης πόσο μεγάλη ποσότητα από αυτά ανήκαν σε μέρη κοντά στα αργυρωρυχεία.Σε αυτά ανήκαν τα νομίσματα από τα εξής μέρη: Άκανθος, Νεάπολη, Τράγιλος, Όσσα, Βισαλτία, Φίλιπποι και αυτά που επιγράφονταν Μακεδόνων πρώτης, τα οποία κόπηκαν στην Αμφίπολη μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση.Ανιχνεύουμε τα χρυσά νομίσματα του Φιλίππου στην εκτεταμένη επεξεργασία των ορυχειων των Κρηνίδων.(Leake, τόμ. ΙΙΙ, σ. 214)