Παλαιό Όνομα : Uskub, Skupi
Δήμος :

 

















  • Πόλη που βρίσκεται μεταξύ της Σερβίας και του Αιγαίου πελάγους. Καλείται από τους Τούρκους Uskub, από τους Σλάβους Skupi και από τους Έλληνες Σκόπια. Το τελευταίο όνομα σημαίνει σκοπιά, ή βουνοκορφή και περιγράφει ορθά τη θέση της πόλης, σκαρφαλωμένη καθώς είναι πάνω σε μια υψηλή περιοχή έχοντας μια ευρεία θέα της γύρω πεδιάδας. Το Uskub οικονομικά καθώς και στρατηγικά, είναι το κλειδί για το βιλαέτι του Κοσσόβου.
    Τα φυλετικά χαρακτηριστικά των κατοίκων παρουσιάζουν σε μικρογραφία την εικόνα ολόκληρης της επαρχίας. Ο πληθυσμός της πόλης αποτελείται κυρίως από Σέρβους, Αλβανούς, Βούλγαρους και από μια μικρή αλλά, με επιρροή, Ελληνική μειονότητα, που αντιπροσωπεύει τα εμπορικά και βιομηχανικά συμφέροντα, τα οποία αντιτίθενται στην αγροτική παραγωγή. Η ύπαιθρος στο μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργείται από Σλάβους, και ανήκει στους αυτοαποκαλούμενους «Τούρκους». Ο μικτός χαρακτήρας του πληθυσμού είναι αιτία της ακατάπαυστης διαμάχης. Ο αγώνας είναι διττής φύσεως. Στα δυτικά μέρη οι Αλβανοί παρενοχλούν τους Σέρβους, ενώ στα ανατολικά οι Σέρβοι ζουν υπό όρους αμοιβαίου «κοψίματος λαιμών» με τους Βούλγαρους. Αυτό όμως δεν εμποδίζει αυτές τις δύο ποικιλίες του σλαβικού γένους να ενώνονται κατά περιόδους εναντίον των Μωαμεθανών, που σε πολλές περιπτώσεις είναι και εκείνοι Σλάβοι, υποχρεωμένοι να εκτελούν τη τελετή του ακρωτηριασμού, καθώς περνούν οι μέρες, για να μπορέσουν να αποφύγουν μία χειρότερη μοίρα.
    Κοινότητα ράτσας και γλώσσας, που αντί για εξάλειψη, μάλλον επιτείνει τη διαφορά στην κάστα και το θρήσκευμα, και γεννά ένα πραγματικά αδερφικό μίσος. Αυτό δίνει ορμή σε μια ζωντανή, ακόμη και για την Τουρκία ανώμαλη κατάσταση των πραγμάτων καθώς δεν οδηγεί σε τίποτα περισσότερο από ένα εβδομαδιαίο αριθμό δολοφονιών. Όταν το άρρωστο αίσθημα κορυφώνεται σε μια τακτική μάχη, ή σε σφαγή σε μία περισσότερο ή λιγότερο εντυπωσιακή κλίμακα, οι Τουρκικές αρχές λαμβάνουν επίσημα αυτό το γεγονός υπόψη τους, και τότε επακολουθεί η συνήθης διαδικασία: ο στρατός παρεμβαίνει, και ολοκληρώνει την πανωλεθρία που ξεκίνησε από τους ανθρώπους. Αλλά ο γενικός κανόνας εδώ είναι να λαμβάνεται ως επιτυχία η διαιώνιση του μίσους μεταξύ των διαφόρων στοιχείων. Τους επιτρέπουν να αλληλοσκοτώνονται μέχρι το βάθος της καρδιάς τους, αρκεί μόνο να μην κάνουν θόρυβο και ξυπνήσουν τους φύλακες της Δυτικής Ευρώπης και προκαλέσουν την παρέμβασή τους.

    (Abbott,σ.12)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Από το Νόβι Πάζαρ ως τα Σκόπια:
    Η προέκταση της οδού από το Νόβι Πάζαρ ως τη Θεσσαλονίκη είναι
    προέκταση της οδού Βελιγραδίου-Νόβι Πάζαρ. Από το Νόβι Πάζαρ οι αποστάσεις μετριούνται σε ώρες πορείας και λογίζονται σε 5 χιλιόμετρα ανά ώρα.
    Από το Νόβι Πάζαρ ως τη Μπάνισκα ώρες 8
    Από τη Μπάνισκα ως τη Μητροβίτσα ώρες 3.
    (Isambert, σ. 27)
  • Από εκεί φτάνει στο άκρο του οροπεδίου και διέρχεται τον μικρό χείμαρρο Νερεμδίκα κάτω από το Γενί Χάν, αρχαίο όριο των πασαλικιών Πρίστινας και Ουσκιούπ. Τα μέρη εδώ είναι κατηφή και άτερπνα και οι κάτοικοι αραιότεροι. Τους καλλιεργημένους αγρούς και τα πρασινωπά λειβάδια διαδέχεται μια χώρα άνυδρη και αμμώδης. (Isambert, σ. 30)
  • Η οδός που παρεκτείνεται από το αριστερό ρεύμα του Λεπενάτς συνενώνεται σχεδόν με αυτό και εισέρχεται στη στενωπό, αλλά αμέσως μετά από αυτή τη συνένωση συναντά βράχο που φράσσει τη διάβαση. Άλλοτε απέφευγαν το κόλλημα της γέφυρας, της οποίας τα ίχνη φαίνονται ακόμη και σήμερα.Η γέφυρα τώρα αντικαταστάθηκε από μια σύραγγα, που κατασκεύασε κάποιος πασάς των Σκοπίων το 1794, όπως μαρτυρεί η εδώ επιγραφή. Από την έξοδο του στενού το έδαφος βαθμηδόν γίνεται κατηφορικό ως τα Σκόπια (τουρκ. Ουσκιούπ), που απέχει 32 ώρες από το Νόβι Πάζαρ. Τα Σκόπια ήταν η πρωτεύουσα της αρχαίας Δαρδανίας και σήμερα η πρωτεύουσα του Βιλαετιού του Ουσκιούπ. Η πόλη είναι χτισμένη και στις δύο όχθες του Αξιού (Βαρδάρης) στο τέλος της πεδιάδας, που διατέμνεται από ορυζώνες και προς νότο καταλήγει σε ελώδη λίμνη επιφανείας 25 χιλιομέτρων, που καθιστά το κλίμα απολύτως ανθυγιεινό. Ο πληθυσμός της ανέρχεται στις 28.000 κατοίκους εκ των οποίων τα 2/3 είναι Μουσουλμάνοι. Έχει τζαμιά, εκκλησίες και ορθόδοξο επίσκοπο που φέρει τον τίτλο “ο Σκοπίων”. Έχει αξιόλογα βυρσοδεψεία. Καλή γέφυρα πάνω στον Αξιό και τηλεγραφικό σταθμό. Εδώ βρίσκονται κτίρια ρωμαϊκής κατασκευής και τα λείψανα αρχαίου υδραγωγείου με 52 αψίδες, απ’ όπου πήγαινε το νερό στην πόλη μέσω του όρους Καρά Δάγ. Το φρούριο που υψώνεται στο μέσον της πόλης είναι ρωμαϊκό. Το αρχαίο τείχος και οι τοίχοι γκρεμίστηκαν, αλλά οι Τούρκοι ανήγειραν νέο περίβολο, τον οποίο όπλισαν με 20 μικρά πυροβόλα. Εντός αυτού βρίσκονται το κονάκι και τα ιπποστάσια του πασά.(Isambert, σ. 30-31)
  • Μέσω του σιδηροδρόμου η οδός από τα Σκόπια ως την πόλη της Θεσσαλονίκης απέχει 243 χιλιόμετρα. Αυτή η οδός σε όλο της το μήκος χαράσσει την κοιλάδα του Αξιού. Το τελευταίο της τμήμα από τη Μητρόβτσε ως τη Θεσσαλονίκη που έχει κατασκευασθεί ως σήμερα είναι 104 χιλιομέτρων. Το τμήμα δε από τα Σκόπια ως τη Μιτρόβιτσε μέλλει να τεθεί σε κυκλοφορία πολύ σύντομα. Να και οι σταθμοί με τις αποστάσεις τους.

    Σκόπια ………………………………………………………..χιλ.

    Σελένικο………………………………………………………23 χιλ.

    Κιοπρουλού………………………………………………….50 χιλ.

    Βενετζάνι (ερείπια των Στόβων)……………………….76 χιλ.

    Κριβολάκ……………………………………………………….99 χιλ.

    Δεμίρ Καπού…………………………………………………119 χιλ.

    Μιτρόβτσε ……………………………………………………..142 χιλ.

    Γιωργελού……………………………………………………..164 χιλ.

    Καραζαλή……………………………………………………….187 χιλ.

    Βαρδαρόβτζε-Αματάβο…………………………………….280 χιλ.

    Τοψίν…………………………………………………………….220 χιλ.

    Θεσσαλονίκη…………………………………………………..243 χιλ.

    Η κοινή οδός από τα Σκόπια ως τη Θεσσαλονίκη, η οποία χρησιμεύει και για τους αρχαιολόγους διέρχεται από τη γέφυρα του Αξιού και οδηγεί προς την πεδιάδα, διερχόμενη από τις διάφορες αξιόλογες βουλγαρικές κώμες, όπως το Ταόρ, που είναι το αρχαίο Ταυρήσιο, το οποίο κείται από την αριστερή πλευρά της αντίπερα όχθης του ποταμού. Λίγο πιο μακρυά κείται το Βάδερ, τα Βεδεριανά, που είναι και ο τόπος γέννησης του Ιουστινιανού, και φτάνει στο μέγα χάνι του Καπλάν, όπου βρίσκεται και το ομώνυμο ρυάκι, το οποίο οι οδοιπόροι το περνούν με μια ξύλινη γέφυρα. Η οδός διατέμνει την Κομανόβα, τη Βράνα, τη Νίσσα και διερχόμενη από μια μικρή στενωπό φτάνει -εγκαταλείποντας στα δεξιά την κώμη Πασά-Κιοϊ -στο Κιοπρουλού.
    (Isambert, σ. 32-33)

  • Τέσσερις ώρες μετά το Πρίλεπ διαβαίνει τον ποταμό Εριγώνα (Καρασού) μέσω μιας ξύλινης γέφυρας πλάτους 2 μέτρων και μήκους 30. Υπάρχουν και από τις δύο πλευρές της οδού πολλά τσιφλίκια. 28 ώρες μετά τα Σκόπια φτάνεις κανείς στο Μοναστήρι ή Βιτώλια, που βρίσκονται στο άκρο της πεδιάδας σε μια ορεινή κοιλότητα, που έχει στον κύκλο της συνεχή βουνά με χλόη, πάνω στα οποία υψώνονται οι χιονοσκεπείς κορυφές της Σόα-Γκόρας. (Ιsambert, σ. 36)
  • Σε απόσταση 43 ωρών μετά τα Σκόπια βρίσκονται τα Βοδενά.(Isambert, σ. 38)
  • Όταν επανερχόμαστε από την κύρια μεγάλη οδό από δυσμάς προς ανατολάς φτάνουμε μέσα σε δύο ώρες και σαράντα λεπτά στο Γένιτζε-Βαρδάρ ή Γιαννιτσά, που απέχει 49 ώρες από τα Σκόπια, μία τουρκική πόλη που σε παλιότερες εποχές ήκμαζε ιδιαίτερα, όπως μαρτυρούν τα 20 τζαμιά της και η οποία καταστράφηκε από έναν λοιμό το 1839.(Isambert, σ.44)
  • Η οδός προς Θεσσαλονίκη διέρχεται τον Γαλλικό ποταμό, τον Εχέδωρο των αρχαίων χρόνων, περνά δίπλα από το ομώνυμο χάνι και εγκαταλείπει και από τις δύο μεριές πολλές πόλεις, κωμοπόλεις, επαύλεις, μέχρι την πόλη Χαρμάν-Κιοϊ που έχει χάνια, εργαστήρια, κήπους, επαύλεις και θεωρείται ως προάστιο της Θεσσαλονίκης, γιατί απέχει από αυτήν μόλις μισή ώρα. Από εκεί συναντά την οδό από τη Λάρισα και έπειτα την πύλη του Βαρδαρίου, από όπου μετά από 57 ώρες από τα Σκόπια και 89 από το Νόβι Πάζαρ εισέρχεται στη Θεσσαλονίκη, η οποία στα τούρκικα αποκαλείται Σελανίκ, και η οποία από παλιά αποκαλούταν Θέρμη, λόγω των θερμών νερών που υπήρχαν γύρω από αυτήν. (Isambert, σ. 46-47)
  • Λόγω των φρουρών και της δύναμης των συνόρων, το βασίλειο δεν ήταν τόσο ευπρόσβλητο από εισβολές εδώ όσο ήταν στην πλευρά του Σκούπι, που ήλεγχε την είσοδο από την Δαρδανία στις πεδιάδες του Άνω Αξιού, και το οποίο μέρος ελεγχόταν γενικώς από τους Δάρδανους και τους έδινε σπουδαίες δυνατότητες άμυνας απέναντι στη Μακεδονία.(Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 321)
  • Ανάμεσα στο Μελένικο και στο Πετρίτσι, πάνω από το Ντεμίρχισαρ και τα στρυμονικά στενά, ο κύριος παραπόταμος του Στρούμα ή Στρυμώνα, συνδέεται με έναν άλλο παραπόταμο τον Στρούμιτζα, πάνω από τον οποίο βρίσκεται μια πόλη με το ίδιο όνομα, μιας μέρας ταξίδι πάνω από το Πετρίτσι, στο δρόμο από Σέρρες προς Βελεσά. Πιθανόν να ταυτίζεται ο Στρούμιτζα με τον αρχαίο Αστραίο, στον οποίο ο Φίλιππος έστειλε τον γιο του Δημήτριο, όταν έδωσε οδηγίες για τον θάνατό του, στον Δίδα, κυβερνήτη της Παιονίας, παρόλο που ο Δίδας δεν εκτέλεσε εκεί τις εντολές του αλλά στην Ηράκλεια (Σιντική) αφού προσκάλεσε τον Δημήτριο σε γιορτή κατά τη διάρκεια της οποίας δόθηκε δηλητήριο στον πρίγκηπα. Ο Δίδας, σε αντάλλαγμα των υπηρεσιών του, ευνοήθηκε από τον Περσέα όταν ανήλθε στον θρόνο. Και από τότε, βρίσκουμε τον Δίδα στις αρχές του περσικού πολέμου να διατάζει ένα σώμα 3.000 ανδρών, αποτελούμενο από Παίονες, Παροραίους, Παραστρυμόνιους και Αγριάνες. Τότε εξαφανίστηκε η μοναρχία των Παιόνων και η περιοχή της, με εξαίρεση ένα κομμάτι που κατοικούνταν από τους Δάρδανους, ενώθηκε με το βασίλειο της Μακεδονίας. Από αυτό το γεγονός και από τα ονόματα των λαών που κυβερνούσε ο Δίδας, είναι φανερό ότι η επαρχία της Παιονίας, την περίοδο της μακεδονικής μοναρχίας, καταλάμβανε τις κοιλάδες του Άνω Στρυμόνα και του Άνω Αξιού με τα ενδιάμεσα όρη και περιλάμβανε την χώρα των Αγριάνων, που κατοικούσαν κοντά στις πηγές του Στρυμόνα. Το Αστραίο φαίνεται ότι ήταν η κεντρική θέση της χώρας και η επαρχιακή θέση της κυβέρνησης. Η τοποθεσία του Στρούμιτζα ήταν το κυρίως οχυρό τέτοιων σκληραγωγημένων φυλών, των οποίων η δύναμη είχε δοκιμαστεί από τον Νικηφόρο Γρηγορά, όταν είχε σταλθεί το 1326 στα Σκόπια σε αποστολή στον Κράλη της Σερβίας από τον βασιλιά Ανδρόνικο τον πρεσβύτερο. Διηγείται ότι, αφού ταξίδεψε μισή νύχτα και μια μέρα με πλοιάριο από τον Στρυμώνα, έφτασε στον Στρούμιτζα, ένα τόσο ψηλό φρούριο, όπου οι άνδρες στα τείχη έμοιαζαν από την κοιλάδα σαν πουλιά. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σσ. 465-466)
  • Στο βορειο-δυτικό τμήμα της Παιονίας, το κύριο τμήμα υπό τους Ρωμαίους, ήταν οι Στόβοι. Από αυτό το σημείο τέσσερις δρόμοι είναι σχεδιασμένοι στο Οδοιπορικό. Ο ένας προχωράει βόρεια προς το Σκούπι, και από εκεί βόρεια στη Ναϊσσό, μια θέση στη νοτιοανατολική πορεία από το Βιμινάκιο στο Δούναβη και στο Βυζάντιο. Ο δεύτερος βορειοανατολικά στη Σερδίκα, 100 χλμ. νοτιοανατολικά της Ναϊσσού, στην ίδια πορεία, ο τρίτος νοτιοανατολικά στην Θεσσαλονίκη και ο τέταρτος νοτιοδυτικά στην Ηράκλεια. Ο τελευταίος σχηματίζει μια διαδρομή με κεντρικό σημείο μέσω της Εγνατίας οδού τη μεγάλη ρωμαϊκή οδό από την Απολλωνία στη Θεσσαλονίκη, που οδηγεί μέσα από την πόλη των Στόβων από όλα τα μέρη στις τρεις προηγούμενες πορείες. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σσ. 468-469)
  • Στις κοιλάδες που βρέχονται από τους παραπόταμους του ΄Ανω Αξιού και που βρίσκονται βόρεια των Στόβων υπάρχουν τρεις σημαντικές πόλεις, των οποίων τα σύγχρονα ονόματα μοιάζουν με τα αρχαία σε ικανοποιητικό βαθμό και οδηγούν σε μια υπόθεση της ταυτότητας τους. Αυτά είναι τα Σκόπια, η Βελεσά και το Ιστίπ. Σχετικά με το πρώτο δεν υπάρχει αμφιβολία, καθώς το όνομα Σκούπι που απαντάται στον Ιεροκλή και τον Πτολεμαίο, βρίσκεται στην ίδια μορφή και στην ιστορία του Νικηφόρου Βρυεννίου στις αρχές του δωδέκατου αιώνα, παρ’ότι τα Σκόπια, η σημερινή ελληνική μορφή, χρησιμοποιείται από την Άννα Κομνηνή, σε νεώτερη περίοδο, και αργότερα από τον Νικηφόρο Γρηγορά, που περιγράφει τα Σκόπια να βρίσκονται στις όχθες του Αξιού, που τότε, όπως και τώρα λεγόταν Βαρδάρης. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 469)
  • Η Μαιδική τοποθετείται εκεί ,όπου σύμφωνα με την παρατήρηση του Στράβωνα οι Μαίδες συνόρευαν ανατολικά με τους Θουνάτες της Δαρδανίας, καθώς οι Δάρδανοι εκτείνονταν μέχρι τα Σκόπια, και υποθέτουμε ότι οι Θουνάτες ήταν φυλή των Δαρδάνων που κατείχαν το σύγχρονο Kατζανίκι.(Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 472-473)
  • Αυτός ο τίτλος στην περίπτωση της Παυταλίας με μια πρώτη ματιά φαίνεται να δικαιολογεί την υπόθεση ότι ήταν το ίδιο μέρος με την Ουλπιάνα, η οποία, σύμφωνα με τον Προκόπιο, ανοικοδομήθηκε από τον Ιουστινιανό, υπό την ονομασία Ιουστινιανή Δευτέρα-με το σύγχρονο όνομα Κιουστεντίλ- επιβεβαιώνει την υπόθεση αυτή για την ομοιότητα με την Ιουστινιανή. Αλλά υπάρχει ένα αντικειμενικό στοιχείο σε αυτή την υπόθεση. Και ο Προκόπιος και ο Ιεροκλής σημειώνουν την Ουλπιάνα και την Παυταλία, ως ξεχωριστά μέρη, και ίσως μπορούμε να προσθέσουμε ότι ο Πτολεμαίος όπως και ο Ιεροκλής αποδίδουν την Ουλπιάνα στην Δαρδανία, που φαίνεται να μην εκτεινόταν στα ανατολικά πιο πέρα από τα Σκόπια ή Σκούπι. Ένα ακόμη επιχείρημα προκύπτει από τη σύγκριση με το Συνοπτικό Οδοιπορικό, από κείμενο του Τζιορνάντες που αναφέρει ότι ο Θεοδόμιρος που ήταν στη Ναϊσσό, έστειλε σώμα στρατευμάτων υπό τον γιο του Θεοδώριχο μέσω του κάστρου του Ηρακλή στην Ουλπιάνα, όπου το κάστρο του Ηρακλή είναι προφανώς το ίδιο με το ad Herculem της Τράπεζας, που βρισκόταν στο δρόμο από Ναϊσσό για Σκόπια και συνεπώς πολύ μακριά στα δυτικά από το Κιουστεντίλ. Η Ουλπιάνα ή Δεύτερη Ιουστινιανή, συνεπώς, ήταν σε μια από τις πεδιάδες των παραπόταμων του Μοράβα, βόρεια των Σκοπίων αλλά όχι στο δρόμο από Σκόπια για Ναϊσσό, καθώς δεν αναφέρεται στην Τράπεζα.(Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 476)
  • Από ένα μέρος που ονομαζόταν Χαμένο, που βρισκόταν σε αυτόν τον δρόμο, σε κάποια απόσταση από τα Σκόπια, αλλά σίγουρα σε μια βορειοδυτική κατεύθυνση, και προφανώς όχι πολύ μακριά από εκεί, υπήρχε ένα παρακλάδι στα δυτικά που οδηγούσε στη Λισσό, κοντά στο Δριλώνα. Από τα αρχαία μέρη σε αυτή την πορεία, η Θεράντα ηχεί όμοια με τη σύγχρονη Πριζρένη και τοποθετείται ακόμα πιο δυτικά. Καθώς η Ουλπιάνα δεν απαντάται ούτε σε αυτό το δρόμο ούτε σε κάποιον άλλο από τα Σκόπια στη Ναϊσσό, βρίσκεται πιθανώς ανάμεσά τους στην περιοχή βόρεια της Πριζρένης, που βρέχεται από το δυτικό παραπόταμο του Μοράβα, πιθανώς στη σύγχρονη Πρίστινα. Πέρα από τη Θεράντα η πορεία προς τη Λισσό μοιάζει να βρίσκεται στην κοιλάδα του Μαθίς όπου θα έπρεπε να κοιτάξω για τον Γαβουλέα, τη Κρεβενία και τα υπόλοιπα ονόματα στην Τράπεζα. Στην ευρύτερη περιοχή απαντάται το όρος Σκάρδος που περιγράφεται από τον Λίβιο να βρίσκεται στην πορεία από τα Στύβερρα στη Σκόδρα και πηγάζει από εκεί ο Ωρίωνας που εκρέει μέσω της λίμνης Λαβεάτιδος στη Σκόδρα ενώ φαίνεται καθαρά να περιλαμβάνει τις μεγάλες κορυφές και στις δυο πλευρές του Δριλώνα, όπου η πορεία του είναι από ανατολικά προς δυτικά. Η σημαντική τοποθεσία του Σκούπι στην έξοδο των βουνών της Ιλλυρίας στις πεδιάδες της Παιονίας και του Άνω Αξιού, το έκαναν να είναι σε όλες τις εποχές η μεθοριακή πόλη της Ιλλυρίας περί την Μακεδονία. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι την είχε καταλάβει ποτέ βασιλιάς της Μακεδονίας ή της Παιονίας. Υπό τους Ρωμαίους αποδόθηκε στη Δαρδανία και την εποχή του Πτολεμαίου και τον πέμπτο αιώνα ήταν η πρωτεύουσα της δουκικής Δαρδανίας.Οι Ρωμαίοι είχαν φτιάξει τα σύνορα της Δαρδανίας και της Μακεδονίας και συνεπώς είχαν αποδώσει τη Βυλάζωρα στη Δαρδανία ενδίδοντας έτσι εν μέρει στην απαίτηση των Δαρδάνων για την εγκαθίδρυση της τετραρχίας της Μακεδονίας μετά την κατάκτηση του Αιμιλίου Παύλου.(Leake, τομ.ΙΙΙ, σσ. 477-478)
  • Τα Σκόπια βρίσκονταν σπάνια υπό τον πλήρη έλεγχο της Κωνσταντινούπολης. Κατά τη βασιλεία του Μιχαήλ Παλαιολόγου η περιοχή αποσπάστηκε από τον αυτοκράτορα από τους Σέρβους και έγινε η κατοικία του Κράλη. Εδώ ο Νικηφόρος Γρηγοράς έκανε δικαστήριο στον άρχοντα των Τριβαλλών, του οποίου ο διάδοχος το 1342 πρόσφερε προστασία και φιλοξενία στον Ιωάννη Καντακουζηνό όταν αποσύρθηκε πριν τον Απόκαυκο. Με τη συνθήκη που ακολούθησε ανάμεσα στον Καντακουζηνό και στο βασιλιά της Σερβίας, ο τελευταίος απόκτησε μια προσωρινή εξουσία σε ένα μεγάλο τμήμα της Μακεδονίας, ενώ οι Ρωμαίοι, όπως αυτοαποκαλούνταν, του έδωσαν τη Ζίχνη, τις Φέρρες, το Μελένικο, τη Στρούμιτσα και την Καστοριά και κράτησαν τα Σέρβια, τη Βέρροια, την Έδεσσα, το Γυναικόκαστρο, τη Μυγδονία και τις πόλεις στο Στρυμόνα, καθώς και την περιφέρεια των Σερρών και τα όρη του Ταντεσσάνου. Είναι αξιοσημείωτο ότι στις ιστορίες της Άννας της Κομνηνής, του Γρηγορά και του Καντακουζηνού εμφανίζονται αρκετά άλλα ονόματα όπως στα ιλλυρικά σύνορα: Δίβρη, Βελεσσός, Πρίλεπος, Μοράβα και Πρίστηνος,την οποία περιγράφει ο Καντακουζηνός ως πόλη χωρίς τείχη, στη Θεσσαλία: Σέρβια, Καστρίον, Λυκοστόμιον και Πλαταμώνας, στα ανατολικά: Ρεντίνα και Δράμα, επίσης Ζίχνη και Μελένικο, και κοντά Έδεσσα και Βέρροια, Όστροβος, νότια: Σταρίδολα μαζί με κάποιες άλλες που μπορούν να ανιχνευτούν με σταθερή έρευνα. Ο Σωσκός εμφανίζεται στην Άννα Κομνηνή ανάμεσα στη λίμνη του Οστρόβου και τα Σέρβια. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σσ. 478-479)
  • Τα Σκόπια, πλέον είναι η πρωτεύουσα της Μακεδονίας, από τη στιγμή που ο Χιλμί Πασάς, ο Γενικός Επιθεωρητής για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, διορίστηκε από την Πύλη μετά την αυστρο-ρωσική συμφωνία. (Mantegazza,σ. 147)
  • Από την σκοπιά της πολιτικής, ήταν πάντα μία πόλη πολύ σημαντική για την κεντρική θέση της και επειδή από τα Σκόπια διακλαδώνονταν οι δρόμοι που οδηγούσαν στην Αλβανία, εκείνοι που οδηγούσαν στην Παλαιά Σερβία, στη Μιτροβίτσα και από την Ανατολική Μακεδονία στην Κωνσταντινούπολη. Η πόλη των Σκοπίων – δεν υπάρχει αντιστοιχία των Σκοπίων στα τουρκικά, επειδή είναι αυθεντικό και αρχαίο όνομα- είναι ένα μεγάλο χωριό, που ήταν πάντα πρωτεύουσα ενός βιλαετίου και έδρα της διοίκησης. Η πόλη κατοικήθηκε έπειτα από το Συνέδριο του Βερολίνου, όταν σωρεύτηκαν πολλοί πρόσφυγες Τούρκοι από τη Βοσνία, την Ερζεγοβίνη, τη Σερβία και μαζί εγκαταστάθηκαν Έλληνες, Βλάχοι και Αλβανοί σε σημαντικό αριθμό. (Mantegazza, σ. 148)
  • Η αρχαία πόλη που ήταν η πρωτεύουσα της Δαρδανίας και η γενέθλια πόλη του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού βρισκόταν πάντα, στη συμβολή δυο ποταμών με τους αναρίθμητους μιναρέδες και το αρχαίο κάστρο που δεσπόζει ψηλά στην πόλη και τα ψηλά βουνά που είναι καλυμμένα με χιόνι σχεδόν όλο τον χρόνο. (Mantegazza, σ. 152)
  • Αφού περάσαμε κάποιες μέρες στο Βελιγράδι και τη Σόφια φροντίσαμε να πάμε στη Μακεδονία και να κάνουμε την πρώτη στάση στα Σκόπια, που είναι η έδρα της πολιτικής διοίκησης της Μακεδονίας, όπου ο Χιλμί Πασά, ο Γενικός Επιθεωρητής για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, διορίστηκε από την Πύλη-ως αποτέλεσμα των αυστρο-ρωσικών συμφωνιών- Γενικός Διοικητής. Από γεωπολιτική άποψη, ήταν πάντα πολύ σημαντική πόλη λόγω της κεντρικής θέσης της γιατί από τα Σκόπια περνούσαν οι δρόμοι που πήγαιναν στην Αλβανία, εκείνοι που οδηγούσαν στην Παλαιά Σερβία, στη Μιτροβίτσα και από την Ανατολική Μακεδονία στην Κωνσταντινούπολη. (Mantegazza, σ. 147-148)
  • Από το μεγαλείο των προηγούμενων χρόνων η πόλη των Σκοπίων –τα Σκόπια δεν άλλαξαν ονομασία με την οθωμανική κατάκτηση και διατήρησαν το δικό τους πραγματικό και αρχαίο όνομα- ξέπεσε τόσο ώστε να μην αποτελεί πια παρά μόνο ένα μεγάλο χωριό. Ωστόσο, ήταν η πρωτεύουσα του βιλαετίου και της διοίκησης μιας επαρχίας. Η πόλη αναζωογονήθηκε μετά το Συνέδριο του Βερολίνου, όταν έφτασαν πολλοί μετανάστες Τούρκοι από τη Βοσνία, την Ερζεγοβίνη, τη Σερβία και μαζί εγκαταστάθηκαν Έλληνες, Βλάχοι, Αλβανοί σε σημαντικό αριθμό. Όταν έρχεται κανείς από τη Σόφια, επειδή δεν υπάρχει ανταπόκριση με το τρένο που ερχόταν από τη Νίσσα για τα Σκόπια και τη Θεσσαλονίκη, πρέπει να περάσει τη νύχτα στη Νίσσα για να πάρει το τρένο την επόμενη μέρα στις πέντε το πρωί. Έφτανε στα τουρκικά σύνορα γύρω στις έντεκα. Το τρένο περνούσε πρώτα από το Ριστοβάτς, την τελευταία σερβική περιοχή στα σύνορα, στη συνέχεια, ακολουθούσε την πορεία για την έξοδο από τη Σερβία. Το τρένο έκανε στάση μετά από εκατό μέτρα στα τουρκικά σύνορα. Έδινε σήμα η κόκκινη σημαία με το μισοφέγγαρο που ανέμιζε στο μικρό σταθμό του Ζιμπεκέ. Ο σταθμός φυλασσόταν από πενήντα στρατιώτες και φυσικά οι ταξιδευτές ήταν υποχρεωμένοι να κατεβαίνουν για να δείξουν τα διαβατήρια τους και να περάσουν από έλεγχο τις τεράστιες αποσκευές τους. (Mantegazza, σ. 148)
  • Δυστυχώς κάποια γράμματα που απευθύνονταν στο Χιλμί Πασά και που ήταν για μένα ένα είδος φυλακτού δεν μπόρεσαν να με υπερασπιστούν ενάντια σε χίλια δυο μικροπροβλήματα που συνοδεύουν όσους ταξιδεύουν στην Τουρκία.Δοκίμασα, με τη βοήθεια του υπεύθυνου του τελωνείου -που ευγενικά μου μετέφραζε- να πάρω ένα κομμάτι κρέας στο εστιατόριο του σταθμού, από τη στιγμή που ήταν το μόνο κατάλληλο μέρος σε όλη τη γραμμή από τη Νίσσα προς Θεσσαλονίκη. Αλλά παρ’όλη την καλή θέληση, την όρεξη που είχε αυξηθεί στις τέσσερις το πρωί και μετά από επτά ώρες ταξιδιού, δεν κατάφερα να φάω ούτε ένα κομμάτι από εκείνο το περίεργο τουρκικό πιάτο με το άρωμα τριαντάφυλλο, που προκαλούσε αηδία. Ήμουν ικανοποιημένος με ένα αξιοθρήνητο κομμάτι τυριού: όσο για το ποτό –στο Ζιμπεκέ η χρησιμότητα της πλύσης των ποτηριών είναι ακόμη άγνωστη-έπρεπε να ακουμπήσω το στόμα μου στο στόμιο από το οποίο έβλεπα να πίνει όλος εκείνος ο βρώμικος κόσμος. Με πιάνει αηδία. ‘Επρεπε να περιμένω ακόμη ένα δίωρο μέχρι τα Σκόπια.Μετά από μισή ώρα στάση, το τρένο έφυγε. Δεν άλλαξα τρένο αλλά ενώ μέχρι το Ζιμπεκέ πήγαινε με μία ικανοποιητική ταχύτητα, από τα τουρκικά σύνορα και εξής κινούνταν με μία απίστευτη βραδύτητα. (Mantegazza, σ. 150)
  • Η αρχαία πόλη που ήταν η πρωτεύουσα της Δαρδανίας και η γενέθλια πόλη του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού βρισκόταν πάντα, στη συμβολή δυο ποταμών με τους αναρίθμητους μιναρέδες και το αρχαίο κάστρο που δεσπόζει ψηλά στην πόλη και τα ψηλά βουνά που είναι καλυμμένα με χιόνι σχεδόν όλο τον χρόνο. (Mantegazza, σ. 152)
  • Στην πόλη, όπως και στα περίχωρα, είχαν ανακαλυφθεί πολλά λείψανα, επιτύμβιες στήλες, επιγραφές που αποδείκνυαν την αρχαιότητα και τη σημασία που ήδη οι Ρωμαίοι της είχαν προσδώσει, αναντίρρητα για τη στρατηγική τοποθεσία της. Εάν κρίνουμε από τις ανασκαφές- που αποτελούν ένα αντικειμενικό κριτήριο-κανείς δεν αμφιβάλλει ότι αυτές θα έδιναν απαντήσεις στα ερωτήματα των αρχαιολόγων. Σημαντικά ήταν τα ευρήματα που αποτελούσαν απομεινάρια και υπολείμματα της σερβικής εγκατάστασης. Θα γινόταν η πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας τους, όταν οι Σέρβοι στο απόγειο της δύναμής τους ενώθηκαν και βάδισαν μέχρι τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Οι Έλληνες εκτός από την Κωνσταντινούπολη, δεν είχαν κρατήσει παρά ένα σημείο μόνο: τη Θεσσαλονίκη και ένα κομμάτι γης μεταξύ της θάλασσας του Μαρμαρά και του Αιγαίου. (Mantegazza, σ. 152)
  • Στα Σκόπια υπήρχαν βουλγάρικες, ελληνικές, σέρβικες εκκλησίες και για κάποιο διάστημα υπήρξε και μία καθολική εκκλησία. Στην Παλαιά Σερβία και στα βουνά του Μαυροβουνίου υπήρχαν κάποιες ενορίες καθολικές Σλάβων και Αλβανών- ο αριθμός των τελευταίων ανέρχονταν σε περίπου δεκαπέντε χιλιάδες –τον ίδιο αριθμό έδιναν και οι εκτιμήσεις της καθολικής εκκλησίας. Μόνο τρεις ή τέσσερις χιλιάδες ήταν Σλάβοι. Στα Σκόπια βρισκόταν η έδρα του Καθολικού Δεσπότη με τον τίτλο του «Αρχιδεσπότη των Σκοπίων και όλου του βασιλείου της Σερβίας» που ήταν αναγνωρισμένο με αυτοκρατορικά φιρμάνια αν και οι Καθολικοί του βασιλείου υπέκειντο σε άλλη εκκλησιαστική δικαιοδοσία. (Mantegazza, σ. 156)
  • Τα Σκόπια περισσότερο ακόμη και από τη Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι ήταν το κέντρο όλων των δολοπλοκιών και όλων των αγώνων για την προπαγάνδα των διαφόρων φυλών. Όπως υπήρχαν πολλές εκκλησίες στα Σκόπια, έτσι ήταν πολλά και τα σχολεία, που φυσικά υπάγονταν στη δικαιοδοσία των Προξένων και για τα οποία οι αντίστοιχες Κυβερνήσεις ξόδευαν μεγάλα χρηματικά ποσά γενναιόδωρα.Για τη σερβική προπαγάνδα τα Σκόπια ήταν μια πολύ σημαντική πόλη. Για το λόγο αυτό συνδέεται σιδηροδρομικώς με τη Νίσσα και σε τρεις ώρες με τα σύνορα του βασιλείου και διαμέσου της γραμμής που πηγαίνει μέχρι τη Μιτροβίτσα, έχει εύκολη και καθημερινή επικοινωνία και με τους πληθυσμούς της Παλαιάς Σερβίας. (Mantegazza, σ. 157)
  • Στα Σκόπια κατοικούν σχεδόν είκοσι χιλιάδες κάτοικοι και είναι μία από τις πόλεις της Μακεδονίας όπου οι φυλές που κατοικούν στην Ευρωπαϊκή Ανατολή είναι ιδιαιτέρως μπερδεμένες. Ακόμα και ο αριθμός των Βλάχων και των Εβραίων είναι αυξημένος.Υπό άλλες συνθήκες λόγω της ωραίας θέσης της και της γραφικής της εικόνας θα ήταν φυσικά μια υπέροχη πόλη, όπως άλλωστε ήταν στα αρχαία χρόνια, όταν ήταν η πρωτεύουσα της Σερβικής Αυτοκρατορίας. Τώρα είναι μία τουρκική πόλη όπως όλες οι άλλες, στην οποία υπάρχουν οι συνηθισμένοι λοξοί δρόμοι με τη βρωμιά και την αηδιαστική μυρωδιά των τουρκικών πόλεων. Μόλις απομακρύνονταν κανείς από εκείνα τα δύο ή τρία μέρη όπου ήταν εγκατεστημένοι οι Πρόξενοι, κάποιοι πλούσιοι Εβραίοι ή σπάνια κάποιοι Ευρωπαίοι που είχαν έρθει εκεί για εμπορικούς λόγους, άρχιζαν οι μικρές και βρώμικες τουρκικές συνοικίες της πόλης. (Mantegazza, σ. 162-163)
  • Στην πόλη ο διορισμός του νέου διοικητή προκάλεσε αισθήματα ψυχρότητας από την πλευρά των Βουλγάρων. Ο ίδιος μιλώντας μου για τα καινούργια του καθήκοντα και τις δυσκολίες που συνάντησε, εξέφρασε την ελπίδα ότι αν υιοθετούσε έναν δίκαιο και ισότιμο τρόπο συμπεριφοράς απέναντι στον πληθυσμό θα μπορούσε βαθμιαία να εξαλείψει τις προκαταλήψεις. Ήταν ένας άνθρωπος μορφωμένος, ο οποίος είχε ολοκληρωμένες σπουδές και επιθυμούσε να ανταποκριθεί στις νέες του ευθύνες με αίσθημα δικαιοσύνης.Όσον αφορά την αναμόρφωση της Χωροφυλακής, διαδικασία που προβλεπόταν από το Υπόμνημα, θα μπορούσε να δώσει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα και θα ήταν αυτή τη στιγμή μία πραγματική εγγύηση για την Ευρώπη. Θα μπορούσε τουλάχιστον να αλλάξει η φήμη για την κακή συμπεριφορά της τουρκικής χωροφυλακής και σε περίπτωση που δε θα ήταν δυνατό να πειθαρχήσουν οι αξιωματικοί θα μπορούσε η διοίκηση να προκαλέσει την παραίτησή τους. Από την άλλη πλευρά, η Οθωμανική κυβέρνηση θα έπρεπε να σκεφτεί δύο φορές πριν ανακαλέσει έναν Ευρωπαίο αξιωματούχο που ήταν στην υπηρεσία της Αυτοκρατορίας ενώ με τους χριστιανούς αξιωματούχους που ήταν Τούρκοι υπήκοοι, μπορούσε να ενεργήσει όπως νόμιζε. (Mantegazza, σ. 173)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.