Παλαιό Όνομα : Ποταμός Αξειός, Βαρδάρης
















  • Η σιδηροδρομική γραμμή για λίγα χιλιόμετρα μέχρι τη Θεσσαλονίκη περνάει παράλληλα με τον Βαρδάρη, έναν αργό και λασπώδη ποταμό – “πολύ τεμπέλη ώστε να διατηρεί τον εαυτό του καθαρό”-, ο οποίος καθώς βαίνει προς το τέλος του, αυξάνει σταδιακά σε πλάτος και ένταση, αν και όχι σε ομορφιά. Ο Όμηρος πρέπει πραγματικά να ήταν απρόσεκτος όταν αποκαλούσε τον Βαρδάρη (στα αρχαία Αξιός) “τον πιο όμορφο από όλους τους ποταμούς”. Οι όχθες του είναι σε μερικά τμήματα στολισμένες με σαγηνευτικές ιτιές και Agnus Castus (λυγαριές). Αυτή την εποχή οι περισσότεροι παραπόταμοι του είναι στεγνοί, καθώς τα νερά τους έχουν αποξηραθεί από τις καυτές αχτίνες του καλοκαιρινού ήλιου και ο ίδιος ο ποταμός έχει μαζέψει σε μια καστανή κλωστή. (Abbott, σ. 5-6)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Ποτάμι το οποίο περνάει μέσα από βάλτους και λιμνοθάλασσες έξω από τη Θεσσαλονίκη και χύνονται στη θάλασσα. Ο Βαρδάρης είναι ο πιο σημαντικός ποταμός σε σύγκριση με τον Βιστρίτζα, πηγάζει από τα βουνά προς το κέντρο της περιοχής, και φέρνει μια μεγάλη και συνεχής ποσότητα νερού. Αυτός ήταν ο Αξιός των αρχαίων, τον οποίο ο Όμηρος αναφέρει με το όνομα μεγάλη ροή και στον οποίο βρισκόταν η Πέλλα, η πρωτεύουσα των Μακεδόνων βασιλέων, σε απόσταση περίπου 14 μιλίων από τις εκβολές του. (Holland, σ. 310)
  • Η πόλη είναι χτισμένη και στις δύο όχθες του Αξιού (Βαρδάρης) στο τέλος της πεδιάδας, που διατέμνεται από ορυζώνες και προς Μ. καταλήγει σε ελώδη λίμνη επιφανείας 25 χιλιομέτρων, που καθιστά το κλίμα απολύτως ανθυγιεινό. (Isambert, σ.31)
  • Μέσω του σιδηροδρόμου η οδός από τα Σκόπια ως την πόλη της Θεσσαλονίκης απέχει 243 χιλιόμετρα. Αυτή η οδός σε όλο της το μήκος χαράσσει την κοιλάδα του Αξιού. Το τελευταίο της τμήμα από τη Μητρόβτσε ως τη Θεσσαλονίκη που έχει κατασκευασθεί ως σήμερα είναι 104 χιλιομέτρων. (Isambert, σ.31-32)
  • Η κοινή οδός από τα Σκόπια ως τη Θεσσαλονίκη, η οποία χρησιμεύει και για τους αρχαιολόγους διέρχεται από τη γέφυρα του Αξιού και φέρεται προς την πεδιάδα, διερχόμενη από τις διάφορες αξιόλογες βουλγαρικές κώμες, όπως το Ταόρ, που είναι τα αρχαίο Ταυρήσιο, το οποίο κείται από την αριστερή πλευρά της αντίπερα όχθης του ποταμού. Λίγο πιο μακρυά κείται το Βαδέρ, τα Βαδεριανά, που είναι και ο τόπος γέννησης του Ιουστινιανού, και φτάνει στο μέγα χάνι του Καπλάν, όπου βρίσκεται και το ομώνυμο ρυάκι, το οποίο οι οδοιπόροι το διέρχονται από μιά ξύλινη γέφυρα.(Isambert,σ.32-33)
  • Ο Αξιός που την διέρχεται [την πόλη των Σκοπίων] είναι βαθύς και ευρύς για να παρασύρει την ξυλεία που ρίχνεται σ’ αυτόν προς τη θάλασσα. (Isambert, σ.33)
  • Όταν κάποιος πορεύεται την κοιλάδα του Αξιού, βρίσκει σε απόσταση 4 ωρών, δίπλα από τη συμβολή αυτού του ποταμού με την Τσέρνα Ρέκα (στα αρχαία χρόνια ονομαζόταν Εριγώνας), τα ερείπια των Στόβων (βουλγαρικά Πούστο Γράδσκο) που ανακαλύφθηκε το 1861 από το Heuzey. Η ίδια αυτή πόλη ήταν περιώνυμη και στη διάρκεια των μακεδονικών χρόνων και χρησίμευε ως προπύργιο κατά των εισβολών των Δαρδάνων. Κατά τους Πευτιγγεριανούς πίνακες οι Στόβοι απέχαν 47 ρωμαϊκά μίλια από την Ηράκλεια της Λυγκιστίδας, που βρίσκεται πάνω στην Εγνατία οδό και 55 μίλια από το Ταυρήσιο. Επομένως βρισκόταν πάνω στην οδό του Εριγώνα, δίπλα στη συμβολή με τον Αξιό, γεγονός το οποίο συμφωνεί και με την περιγραφή του Τίτου Λιβίου. Από αυτήν την πόλη καταγόταν και ο Ιωάννης ο Στοβαίος, που έγραψε φυσικές εκλογές, δύο βιβλία διαλεκτικών και ηθικών, και ένα Ανθολὀγιο εκεί γύρω στο 460 μ.χ. (Isambert, σ.33 -34)
  • Από τα δεξιά φαίνεται η λίμνη των Γιανιτσών, είναι ο αποκαλούμενος βόρβορος από τον Πλούταρχο, που είναι δυσπρόσιτη, και η οποία στερείται κάποιας ορισμένης όχθης και ορίων, κείται δε στο κέντρο μιάς λεκάνης, γύρω από την οποία εκρεόυν πολλοί ποταμοί, των οποίων ο κυριώτερος είναι ο Καρά Ασμάκ, το αποκαλούμενο Μαυρόνερο από τους Έλληνες, διά του οποίου τα νερά της λίμνης ρέουν ήρεμα προς τον Αξιό, μισή ώρα πριν από τις εκβολές του στη θάλασσα. (Isambert,σ.42 -43)
  • Πρός βορράν της πεδιάδας των Γιαννιτσών υψώνεται το όρος Παΐκ, μεγάλο και τερπνό, του οποίου το αρχαίο όνομα αγνοείται, και το οποίο είναι μία διακλάδωση της δειράδας της Κογιόβας στο άκρο των Μογλενών, που εκτείνεται από βορράν προς δυσμάς παραπλέυρως της κοίτης του Αξιού. (Isambert, σ.43)
  • Λίγο πιο μακρυά από το μέσον της πεδιάδας που εκτεινόταν προς την κοιλάδα του Αξιού, η κ. Κασολάρι δείχνει την θέση των αρχαίων Μανδαρών, άλλης πόλης της Κορρεστύδος, που μνημονεύεται από τους βυζαντινούς συγγραφείς. Εδώ σε απόσταση μισής ώρας βρίσκονται τα λείψανα αρχαιοτήτων.(Isambert,σ.44)
  • Ανατολικά των Αγίων Αποστόλων διέρχεται κάποιος το ρεύμα Κονίκοβα, που πηγάζει από τις ανατολικές υπώρειες του Παΐκ και το οποίο ρέει παραπλεύρως του Αξιού για να χυθεί στον Λουδία. (Isambert,σ.46)
  • Μετά από 45 λεπτά της ώρας μπαίνει κάποιος στην ευθεία οδό για τη Θεσσαλονίκη δίπλα από την γέφυρα του Αξιού ποταμού, που δείχνει περίπου το μέσον της οδού μεταξύ Γιαννιτσών και Θεσσαλονίκης. Σ’ αυτό το μέρος ο Αξιός έχει πλάτος 600 μέτρων. Σε κάθε μεριά της γεφυρας υπάρχει και ένα χάνι. Από εκεί μετά από μιά ώρα βρίσκεται ο μαρμάρινος όρος, που δείχνει την απόσταση μέχρι τη Θεσσαλονίκη (απόσταση 2 ωρών). (Isambert, σ.46)
  • Η χερσαία οδός, την οποία σε αυτό το σημείο της αφήγησής μας θα περιγράψουμε μόνο για τους οδοιπόρους, που επιδιώκουν να επισκεφθούν αυτά τα ιστορικά μέρη και να σπουδάσουν την αρχαία γεωγραφία, ξεκινά από τη Θεσσαλονίκη από την πόρτα του Βαρδαρίου και κατευθύνεται προς τα δυτικά παραπλεύρως της παραλίας. Μέσα σε δυόμιση ώρες διατέμνει τον ποταμό Γαλλικό και 40 λεπτά μετά την κώμη Λάτρα συναντά την αποξηραμένη κοίτη του αρχαίου Βαρδαρίου, μισή ώρα από την οποία βρίσκεται η κωμόπολη Κουλακιά, που αποκαλούνταν Χαλάστρα από τους αρχαίους Έλληνες και η οποία μνημονεύεται από τον Πλούταρχο και από τον Στέφανο Βυζάντιο. Άλλοτε γειτνίαζε με τη θάλασσα και η αλιεία ήταν ο κατ’ εξοχήν πόρος των κατοίκων της. Ο Κάσσανδρος παρέλαβε μέρος των κατοίκων της για να τους εγκαταστήσει στη Θεσσαλονίκη. Η Κουλακιά σήμερα είναι μία από τις πλουσιότερες πόλεις που βρίσκονται κοντά στην πόλη της Θεσσαλονίκης και είναι χτισμένη σε απόσταση μιάμισης ώρας από τη θάλασσα. Οι κάτοικοι της ωστόσο κερδίζουν τα προς το ζήν μέσω της αλιείας, έχοντας ως κύριο σταθμό του επαγγέλματός τους το ιχθυοτροφείο του Αγίου Νικολάου.
    Η Χαλάστρα άλλοτε βρισκόταν στη δεξιά όχθη του Αξιού. Αλλά ο ποταμός έκτοτε μετέβαλε την κοίτη του και σχημάτισε άλλη προς τη νότια πλευρά.
    (Isambert,σ. 65)
  • Η ταχυδρομική οδός που εγκαταλείπει στα αριστερά τον Αξιό και το σιδηρόδρομο και παρατείνεται προς τη βόρεια πλαγιά του όρους Μπαμπούσα, διατρέχει ομαλό έδαφος, το οποίο είναι καλλιεργημένο ομάλα ως το χάνι της Μπαμπούσας ή Βεζύρ Χάν, όπου υπάρχουν διαυγείς πηγές, δένδρα και ιπποστάσιο για 800 άλογα.(Isambert, σ. 34)
  • Δύο ώρες από τον Γαλλικό και μιάμιση ώρα από μια γέφυρα που διασχίζει τον Αξιό, ο οποίος τώρα ονομάζεται Βαρδάρης -με αυτό το όνομα τον γνωρίζουμε από τον 12ο αιώνα από την Άννα Κομνηνή- βρίσκεται το Τεκελί, ένα μικρό χωριό, στο οποίο αλλάξαμε άλογα. (Leake, τομ. ΙΙΙ , σ. 258)
  • Η γέφυρα του ποταμού Βαρδάρη έχει ύψος περίπου 1800 πόδια και διασχίζει ένα νησί το οποίο βρίσκεται στο κέντρο του ποταμού, το οποίο καταλαμβάνει περίπου το ένα τρίτο της απόστασης ανάμεσα στις όχθες. (Leake, τομ.ΙΙΙ ,σ. 258)
  • Η περιοχή απέχει περίπου ένα μίλι από το νοτιοανατολικό άκρο ενός ψηλού βουνού, το οποίο εκτείνεται από τη δεξιά όχθη του Βαρδάρη προς την κατεύθυνση των Βοδενών. (Leake,τομ.ΙΙΙ,σ. 259)
  • Τα Γιαννιτσά είναι γνωστά στους Τούρκους με το όνομα Βαρντάρ Γενιτζέ ,έτσι ώστε να τα διακρίνουν από το Καρασού Γενιτζέ , περιοχή φημισμένη για τον αρωματικό της καπνό, η οποία απέχει από το Νέστο ή Καρασού στα ανατολικά όσο απέχει το Βαρντάρ Γενιτζέ από τον Αξιό στα δυτικά. (Leake,τομ.ΙΙΙ, σ. 267)
  • Η τουρκική ονομασία του ποταμού είναι Karasu, δηλαδή μαύρα νερά.Εξαιτίας όμως της φτωχής, σε γεωγραφικούς όρους, τούρκικης γλώσσας με τον ίδιο όρο αναφέρονταν στους ποταμούς Στρυμόνα και Νέστο. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 267-268)
  • Η Παιονία εκτεινόταν ως τους Δενθηλήτες και Μαίδες της Θράκης και ως τους Δάρδανους,Πενέστες και Δασσαρέτες της Ιλλυρίας- συμπεριλαμβανομένων κσι των διαφόρων φυλών που κατελάμβαναν την άνω κοιλάδα του Εριγώνος, του Αξιού, του Στρυμώνος και του Αγγίτη ποταμού μαζί με τις Σέρρες.(Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 306)
  • Στην επιτομή του 7ου βιβλίου του Στράβωνα, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η λίμνη της Πέλλας παίρνει μορφή από ένα ρέμα που αποκλίνει από τον Αξιό, το οποίο μπορεί να εναρμονιστεί με την πραγματικότητα μόνο αν υποθέσουμε ότι οι πηγές της Πέλλας και του Παλαιόκαστρου απορρέουν από τον Αξιό μέσω των βουνών. Αλλά αυτό είναι τόσο ασυνήθιστο φαινόμενο ,ώστε μέχρι να βρεθεί μία πηγή του Αξιού που να χύνεται στην άλλη πλευρά του βουνού να μην μπορεί να θεωρηθεί πιθανό. Ακόμα και να ήταν αλήθεια, θα μπορούσε η ποιότητα του νερού να είναι οποιαδήποτε πλησιάζοντας εκείνη της λίμνης της Πέλλας, η οποία προφανώς τρέφεται όχι μόνο από τις πηγές της Πέλλας και του Παλαιόκαστρου αλλά ακόμα από το Μογλενίτικο, τα ποτάμια των Βοδενών και της Νάουσας και από πολλούς μικρότερους χείμαρρους. (Leake,τομ.ΙΙΙ,σ. 289)
  • Το όνομα Βιστρίτζα χρησιμοποιήθηκε από τους Έλληνες για τον Αλιάκμονα, μολονότι παρατηρείται μια Σλαβονική μετατροπή στην κατάληξή του- μπορεί πιθανότατα να είναι μια παραφθορά του Αστραίου-για τον οποίο μαθαίνουμε από τον Αιλιανό ότι δηλαδή υπήρχε ένα ποτάμι που ονομαζόταν Αστραίος, το οποίο έρρεε ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια. Δεν μας περιγράφει ακριβώς τον ποταμό Βιστρίτζα, λαμβάνοντας υπόψιν ότι αυτός ο ποταμός δεν διασχίζει το δρόμο από τη Θεσσαλονίκη για τη Βέροια. Θα μπορούσε να περιγράφει το Μογλενίτικο ή ακόμα τον ποταμό των Βοδενών, ο οποίος εκτείνεται σε μεγάλη απόσταση στα δεξιά αυτής της γραμμής ή σε οποιονδήποτε άλλο ποταμό εκτός από τον Αξιό και τον Λουδία. (Leake,τομ.ΙΙΙ,σ. 292-293)
  • Τα Στύμβαρα φαίνεται ότι ήταν κοντά στο Πρίλεπο, το οποίο οι Τούρκοι αποκαλούσαν Πίρλεπο και την Πλουβίνα, ανάμεσα στα Στύμβαρα και το Βρυάνιο το οποίο δεν ήταν μακριά από τα περάσματα που οδηγούσαν στην Εορδαία. Εάν ο Στράβων έχει δίκιο να θεωρεί τις Αλκομενές ως μια πόλη στον Εριγώνα, η τοποθεσία της φαίνεται να ήταν πάνω από το Βρυάνιο, επειδή κάτω από αυτήν την πόλη ή ανάμεσα σε αυτήν και στην συμβολή του Εριγώνα με τον Αξιό , το Συνοπτικό Οδοιπορικό δείχνει ότι πρέπει να τοποθετήσουμε τον Ευριστό και την πόλη Στόβοι.Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος συγκαταριθμεί και τις δύο αυτές πόλεις στην Πελαγονία ενώ άλλες πηγές θεωρούν τους Στόβους ως πόλη της Παιονίας.Αλλά αυτές και κάποιες άλλες αντιφατικές μαρτυρίες συμπίπτουν, εάν δεχτούμε ότι η Δερίοπος θεωρήθηκε μερικές φορές ως υποδιαίρεση της Πελαγονίας και η τελευταία τμήμα της Παιονίας. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 322)
  • Θεωρώ ότι το Ζερβοχώρι είναι η τοποθεσία της Ηράκλειας Σιντικής για τους ακόλουθους λόγους.1)Η Ηράκλεια βρισκόταν κοντά στον Στρυμόνα, ξεχωρίζοντας από άλλες πόλεις της ίδιας ονομασίας, ως Ηράκλεια Στρυμόνος.2)Η Σιντική βρισκόταν στα δεξιά του Στρυμόνα ενώ ο Λίβιος μας ενημερώνει ότι όταν η Μακεδονία ήταν χωρισμένη σε τέσσερις επαρχίες με την ρωμαϊκή κατάκτηση, η Σιντική ήταν συνδυασμένη με τη Βισαλτία στην πρώτη Μακεδονία, της οποίας η πρωτεύουσα ήταν η Αμφίπολις, καθώς όλα τα υπόλοιπα τμήματα της χώρας ανάμεσα στον Στρυμόνα και στον Αξιό είχαν αποδοθεί στη δεύτερη Μακεδονία , της οποίας η πρωτεύουσα ήταν η Θεσσαλονίκη.3) Η θέση του Ζερβοχωρίου ταιριάζει με αυτή την οποία το Συνοπτικό Οδοιπορικό αποδίδει στην Ηράκλεια αναφορικά με τους Φιλίππους, καθώς υποδηλώνεται σε δυο διαφορετικούς ρωμαϊκούς δρόμους από τη μια πόλη στην άλλη. Και οι δύο δρόμοι ήταν σε μικρή σχετικά απόσταση μεταξύ των Φιλίππων και του Ζερβοχωρίου. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 226-227)
  • Το Ελευθεροχώρι βρίσκεται σε τόσο πλεονεκτική θέση, ώστε πολύ δύσκολα θα αδιαφόρησαν γι’ αυτό οι αρχαίοι. Είναι αυτός, κυρίως, ο λόγος που συντείνει στην ταύτιση της θέσης με τη Μεθώνη. Η απόσταση της από το Αγιάν είναι μεγαλύτερη από σαράντα στάδια, τα οποία, η Επιτομή του Στράβωνα, αναφέρει ως την απόσταση από την Πύδνα μέχρι τη Μεθώνη. Ωστόσο, δεν πρέπει να βασίζεται κάποιος ιδιαίτερα στην Επιτομή, σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο κομμάτι, καθώς αναφέρει τον Αλιάκμονα ως το ποτάμι της Κατερίνης και κάποιον Εριγώνα στη θέση του Αλιάκμονα. Ο μόνος Εριγώνας που αναφέρεται στην αρχαία ιστορία ήταν ένας παραπόταμος του Αξιού. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 435)
  • Η σκάλα του Ελευθεροχωρίου βρίσκεται περίπου μισή ώρα από το χωριό, στο σημείο όπου τελειώνουν οι λόφοι και ξεκινάνε οι οι μεγάλες πεδιάδες. Οι τελευταίες υδρεύονται από τον Βίστριτζα , τον Καρασμάκ και τον Βαρδάρη. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 436)
  • Ο Ηρόδοτος παρατήρησε ότι οι λιμνοθάλασσες -που βρίσκονται ανάμεσα στο Ελευθεροχώρι και τη Θεσσαλονίκη- είναι ανάμεσα στον Αξιό και τον Εχέδωρο. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 436 – 437)
  • Την εποχή που έγραψε ο Ηρόδοτος, ο Αλιάκμονας ενωνόταν με τον Λουδία ή εξέβαλλε στη λίμνη της Πέλλας. Ωστόσο, τώρα ο Λουδίας δεν ενώνεται με τον Αλιάκμονα αλλά με τον Αξιό. Ο ίδιος ο Αλιάκμονας φαίνεται ότι μετακινήθηκε, ως προς την κατώτερη πορεία του, προς τα ανατολικά του Αξιού, ώστε τελικά οι τρεις ποταμοί ίσως να ενώνονται πριν εκβάλλουν στη θάλασσα. Ο ενωμένος χείμαρρος, που σχηματίζεται από τον Λουδία και τον Αξιό, είναι ακόμη πλωτός μέχρι τη λίμνη και, πιθανόν, μέχρι την Πέλλα, όπως ήταν κατά την αρχαιότητα. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 437)
  • Περίπου στο μέσον της απόστασης ανάμεσα στον Βιστρίτζα και τον Βαρδάρη, υπάρχουν πολυάριθμα μονόξυλα που ανήκουν στην Κουλακιά. Οι κάτοικοι ασχολούνται με το μάζεμα οστρακοειδών και χταποδιών. Ο Βαρδάρης ενώνεται με τη θάλασσα σε έναν κόλπο ανάμεσα στο τελευταίο ακρωτήριο που περάσαμε και ένα άλλο το οποίο ονομάζεται Καζίκ – μπουρνού. Δεν είναι απίθανο το πρώτο να δημιουργήθηκε από τον Λουδία και το τελευταίο από τον Αξιό, κάποια στιγμή όταν εξέβαλλαν, ξεχωριστά, στον κόλπο. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 438)
  • Ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και τον Βαρδάρη υπάρχει ο Γαλλικός ποταμός. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 439)
  • Φαίνεται πως το αρχαίο όνομα του ποταμού ξεχάστηκε και αντικαταστάθηκε με αυτό της πόλης που βρισκόταν στις όχθες του. Κατά συνέπεια ο δρόμος προς τους Στόβους ακολουθούσε την κοιλάδα του Εχεδώρου και όχι αυτή του Αξιού. Δίπλα στον Γαλλικό βρισκόταν η Ταυριάνα. Το σύγχρονο όνομα της τελευταίας είνα Δοϊράνη. Η απόσταση ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και τη Δοϊράνη πλησιάζει τους 33 οδοδείκτες, τους οποίους αναφέρει το Συνοπτικό Οδοιπορικό για την απόσταση ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και την Ταυριάνα. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες η Δοϊράνη είναι μια πόλη τοποθετημένη δίπλα σε μια μικρή λίμνη, η οποία χύνεται σε μια άλλη λίμνη και από εκεί στον Αξιό. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 440)
  • Η θέση των Στοβών φαίνεται πως ήταν στον Εριγώνα, δέκα με δώδεκα μίλια πάνω από τη διασταύρωση του ποταμού με τον Αξιό. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 441)
  • Οι Ειδομένες, κατά συνέπεια, βρισκόταν επί του Βαρδάρη, 12 ρωμαϊκά μίλια κάτω από το Ντεμίρκαπι και πιθανώς στη δεξιά όχθη, καθώς ο Πτολεμαίος τηνπεριλαμβάνει στην Ημαθία, μια επαρχία με ανατολικό σύνορο τον Αξιό. Εικάζεται ότι ο ποταμός παρείχε, σε παλαιότερους χρόνους, προστασία στις πόλεις της Ημαθίας από τους βάρβαρους της Παιονίας και της Θράκης. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 442)
  • Η εξουσία του Σιτάλκη εκτεινόταν από τις ακτές του Ευξείνου και της Προποντίδας μέχρι τα σύνορα με τη Μακεδονία, όπου ακόμη και οι Παιονικές φυλές, στα αριστερά του Στρυμώνα ήταν υποτελείς σε αυτόν. Εισέβαλε στην Μακεδονία με περίπου 150. 000 άνδρες εκ των οποίων το ένα τρίτο ήταν ιππικό. Κατά την πορεία του από τη Θράκη στη Μακεδονία διήλθε από το όρος Κερκίνη, με τους Παίονες στη δεξιά πλευρά του, τους Σίντι και τους Μαίδες στην αριστερή, κατέβηκε τον Αξιό και έφθασε στις Ειδομένη. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 443)
  • Οι Θράκες υπό τον Σιτάλκη, αφού διέσχισαν τα βουνά που περικλείουν στα δυτικά την πεδιάδα των Σερρών και τη διαχωρίζουν από την κοιλάδα του Αξιού, εισέβαλαν στην τελευταία κοντά στα στενά του Ντεμίρκαπι, περνώντας κοντά από τη Δοϊράνη. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 443 – 444)
  • Από την Ειδομένη οι Θράκες κατέβηκαν την κοιλάδα του Αξιού, ώσπου έφτασαν στη μεγάλη παραθαλάσσια πεδιάδα, ανατολικά της Πέλλας. Σε εκείνο το σημείο στράφηκαν στα αριστερά, προς τη Θεσσαλονίκη.Η Γορτυνία και ο Ευρωπός, οι οποίες εμφανίζονται ανάμεσα στην Ειδομένη και τις πεδιάδες του Κύρρου και της Πέλλας, τοποθετούνται από τον Πτολεμαίο, μαζί με τηνΕιδομένη στην Ημαθία. Είναι πιθανό ότι αυτές οι πόλεις βρίσκονταν, όπως και η Ειδομένη στη δεξιά όχθη του Αξιού. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 444)
  • Οι Μακεδόνες βασιλείς αφού κατέκτησαν όλη την περιοχή στα δεξιά του Αξιού, διέσχισαν τον ποταμό και αύξησαν την επικράτεια τους μέχρι τους Παίονες και τους Σίντι. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 445)
  • Η Ημαθία, στους ύστερους χρόνους, είχε πιο εκτεταμένα σύνορα από εκείνα τα οποία περιγράφει ο Όμηρος, ενώ ο Πτολεμαίος αύξησε τα όρια της μέχρι τη δεξιά όχθη του Αξιού. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 447)
  • Σύμφωνα με άλλους συγγραφείς, οι Μαίδες κατείχαν τα εδάφη στις πηγές του Αξιού και του Μάργου, όπως επίσης και κατά τη βασιλεία του Φιλίππου, γιού του Δημητρίου, όπως και την εποχή των ρωμαίων αυτοκρατόρων. Εντούτοις, είναι σαφές οτι οι Μαίδες δεν κατείχαν μεγάλη έκταση γης στα νότια της πορείας του Σιτάλκη. Ο λόγος είναι ότι το έδαφος, το οποίο περικλείεται στα βόρεια από αυτή τη γραμμή, στα νότια από την κορυφογραμμή του βουνού Χορτιάτη , στα ανατολικά από την πεδιάδα του Στρυμόνα και στα δυτικά από αυτή του Αξιού ισούται περίπου με ένα τετράγωνο το οποίο έχει πλευρά σαράντα γεωγραφικών μιλίων. Σε αυτό το χώρο πρέπει να τοποθετήσουμε τη Μυγδονία, την Κρηστωνία, τον Ανθεμούντα και τη Βισαλτία.Η Μυγδονία κατείχε τις πεδιάδες γύρω από τη Θεσσαλονίκη, μαζί με τις κοιλάδες του Κλισαλί και των Βεσικίων , τα οποία εκτείνονταν προς τον Αξιό και περιελάμβαναν τη λίμνη Βόλβη προς τα ανατολικά. Η Κρηστωνία συνορεύει με τη Μυγδονία στα ανατολικά. Ο Εχέδωρος, ο οποίος έρρεε μέσω της Μυγδονίας στον κόλπο δίπλα στο βάλτο του Αξιού, είχε τις πηγές του στη Κρηστωνία. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 448)
  • Η Σίνδος, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ήταν μια παραθαλάσσια πόλη μεταξύ της Θέρμης και της Χαλάστρας, η οποία αργότερα βρέθηκε στο στόμιο του Αξιού. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 450)
  • Αν και είναι γενικά εύκολο να αναφέρεται κανείς με το όνομα Χαλκιδική σε όλη τη σπουδαία χερσόνησο που απλώνεται στη νότια κορυφογραμμή του όρους Χορτιάτη, σαν συνέπεια της επιρροής που διέθετε το Χαλκιδικόν γένος κατά την πιο ένδοξη περίοδο της Ελληνικής Ιστορίας, αρχικά στη Χαλκιδική δεν συμπεριλαμβάνονταν η Κρουσίδα αλλά ούτε η επαρχία της Ακάνθου και τα Στάγειρα, οι οποίες αποτελούσαν αποικίες της Άνδρου, ούτε αυτή της Ποτίδαιας-αποικία της Κορίνθου- ούτε ακόμη η Όλυνθος ή η τριγύρω περιοχή στα βόρεια, η οποία κατοικούνταν από ανθρώπους που είχαν διωχθεί από τους Βοττιείς, δυτικά του Λουδία, στα πρώιμα χρόνια της Μακεδονικής μοναρχίας, και οι οποίοι, όπως φαίνεται από τα νομίσματά τους, στους μεταγενέστερους χρόνους γράφονταν ως Βοττιαίοι και η χώρα τους Βοττική, για να τους ξεχωρίζουν από τους Βοττεάται ή τους κατοίκους της Βοττείας ή Βόττεας, μια περιοχή στη δυτική πλευρά του Αξιού. Ο κύριος τόπος εγκατάστασης των κατοίκων της Χαλκιδικής, στα πρώτα χρόνια της αποδημίας τους, φαίνεται να ήταν η χερσόνησος της Σιθωνίας και το λιμάνι και το φρούριό της η Τορώνη, από όπου και επέκτειναν τη δύναμή τους στην ενδοχώρα, μέχρι που κατοίκησαν όλο το τμήμα της Μυγδονίας στα νότια της κορυφογραμμής, η οποία εκτείνεται στα δυτικά του Νίσβορο, μαζί με την Κρουσίδα. (Leake, τομ. III, σ. 454-455)
  • Η ταύτιση μεταξύ του ονόματος Βελεσά ή Βελεσσός με τη Βυλάζωρα, πέρα από την ομοιότητα στον ήχο της προφοράς τους στη νεοελληνική γλώσσα, στηρίζεται και από ενδείξεις της ιστορίας. Τοποθετημένη στην πλεονεκτική θέση στο ανώτερο τμήμα του Αξιού, ανάμεσα στην εύφορη περιοχή που βρέχεται από αυτό τον ποταμό και τις προεκτάσεις του και στην παρυφή των βουνών τα οποία εδώ διαχωρίζουν την Παιονία από την Ιλλυρία, η Βυλάζωρα εξαιτίας της τοποθεσίας της έχει τα απαιτούμενα προσόντα για να γίνει “η σπουδαιότερη πόλη της Παιονίας” ενώ η θέση των Βελεσών επιβεβαιώνει επακριβώς το σχόλιο του Πολύβιου, ότι η Βυλάζωρα ήταν κοντά στα περάσματα που οδηγούν από τη Δαρδανική χώρα στη Μακεδονία. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 470)
  • Ο Λίβιος αναφέρεται σε μια Αντιγόνεια του Κρούσιου ανάμεσα στην Αινεία και στην Παλλήνη. Ήταν πιθανώς, μια από τις πόλεις της ακτής αυτής, που αναφέρει ο Ηρόδοτος, που ανοικοδομήθηκε υπό ενός εκ των Αντιγονιδών. Ο Πτολεμαίος την ονομάζει Ψάφαρα, πιθανώς με σκοπό να την διαχωρίσει με αυτόν τον τρόπο από μια άλλη μακεδονική Αντιγόνεια στο δρόμο από τα Στενά του Αξιού προς την πόλη Στόβοι. Καθώς ο Μόρυλλος τοποθετείται ι από τον Πτολεμαίο μαζί με την Αντιγόνεια-Ψάφαρα στην Παραλία και τα ονόματά τους δεν βρίσκονται στον περίπλου του στόλου του Ξέρξη, ήταν μάλλον τοποθεσίες στον Κόλπο της Θεσσαλονίκης, ανάμεσα στην πόλη και το ακρωτήριο Αίνειο ή Καραμπουρνού. Ο Πτολεμαίος δεν αναφέρει ούτε αυτό το ακρωτήριο ούτε την πόλη Αινεία. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 460-461)
  • Οι όχθες του Αξιού μοιάζει να αποτελούν το κέντρο της δύναμης της Παιονίας, από την εποχή που ο Πυραίχμης και ο Αστεροπαίος οδήγησαν τους Παίονες σε βοήθεια του Πριάμου, στην ύστερη περίοδο της μοναρχίας. Όταν οι Τημενίδες κατέλαβαν την Ημαθία,την Αλμωπία,την Κρηστωνία και τη Μυγδονία, οι βασιλείς της Παιονίας εξακολούθησαν να άρχουν στην περιοχή πάνω από τα στενά του Αξιού, μέχρι που ο Φίλιππος, γιός του Αμύντα, δυο φορές προχώρησε σε σημαντική μείωση των προνομίων τους, ώσπου τελικά υποτάχθηκαν ολοκληρωτικά στον Αλέξανδρο και έπειτα έγιναν υποτακτικοί των Μακεδόνων βασιλιάδων. Τα νομίσματα του Αυδολέοντα, ο οποίος βασίλευσε εκείνη την εποχή και ο οποίος υιοθέτησε μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, τα σύμβολα της βασιλείας του και των προκατόχων του, αποδεικνύουν τον πολιτισμό της Παιονίας υπό αυτούς τους βασιλείς. Ο Διόδωρος μας πληροφορεί ότι ο Κάσσανδρος βοήθησε τον Αυδολέοντα ενάντια στους Αυταριάτες, μια ιλλυρική φυλή, και αφού τους κατάκτησε, μετέφερε 20.000 άντρες, γυναίκες και παιδιά, στο όρος Όρβηλος, γεγονός από το οποίο μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Παιονία βρίσκεται ανάμεσα στους Αυταριάτες και το όρος Όρβηλος. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 463)
  • Από μια σύγκριση μεταξύ Αππιανού και Στράβωνα, καθώς και από ένα περιστατικό στη ζωή του Μ. Αλέξανδρου, στο οποίο πριν αναφέρθηκα, είναι εμφανές ότι οι Αυταριάτες συνόρευαν στα ανατολικά με τους Αγριάνες και τους Βεσσούς , στα νότια με τους Μαίδες και τους Δάρδανες και στις άλλες κατευθύνσεις με τους Αρδιαίους και τους Σκορδίσκους.Θα ήταν σύμφωνο με την ιστορία και τη γενική τοπογραφία των περιοχών στα βόρεια της Μακεδονίας, το να συμπεράνουμε ότι η Παιονία περιλάμβανε όλες τις κεντρικές και πιο γόνιμες περιοχές της Παιονίας και ότι είναι τοποθετημένη πάνω από τα στενά του Αξιού και καταλαμβάνει τις περιοχές κοντά στον ποταμό με εξαίρεση τις πηγές του Εριγώνα που συνενώνονται με την Άνω Μακεδονία. Η Βυλάζωρα, παρ’ότι περιγράφεται από τον Πολύβιο ως η πρωτεύουσα της Παιονίας, δεν ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου, λόγω της στενότητας χώρου και της εγγύτητας με τους Δάρδανες. Η βασιλική κατοικία, όπως μαθαίνουμε από τον Πολύαινο, βρισκόταν στον ποταμό Άστυκο ή Βράβνιτζα, ή ποτάμι του Ιστίμπ, που βρίσκεται δίπλα στον Εριγώνα και είναι ο μεγαλύτερος παραπόταμος του Αξιού. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 464-465)
  • Ανάμεσα στο Μελένικο και το Πετρίτσι, πάνω από το Ντεμίρχισαρ και τα στρυμωνικά στενά, ο κύριος παραπόταμος του Στρούμα ή Στρυμόνα, συνδέεται με έναν άλλο παραπόταμο τον Στρούμιτζα, πάνω από τον οποίο βρίσκεται μια πόλη με το ίδιο όνομα, μιας μέρας ταξίδι πάνω από το Πετρίτσι, στο δρόμο από Σέρρες προς Βελεσσά. Πιθανόν να ταυτίζεται ο Στρούμιτζα με τον αρχαίο Αστραίο, όπου ο Φίλιππος έστειλε τον γιο του Δημήτριο, όταν έδωσε οδηγίες για τον θάνατό του, στον Δίδα, κυβερνήτη της Παιονίας.Βέβαια ο Δίδας δεν εκτέλεσε εκεί τις εντολές του αλλά στην Ηράκλεια Σιντική, αφού προσκάλεσε τον Δημήτριο σε γιορτή κατά τη διάρκεια της οποίας δόθηκε δηλητήριο στον πρίγκηπα. Ο Δίδας, σε αντάλλαγμα των υπηρεσιών του, ευνοήθηκε από τον Περσέα όταν ανήλθε στον θρόνο. Και βρίσκουμε τον Δίδα στις αρχές του περσικού πολέμου να διατάζει ένα σώμα 3.000 ανδρών, αποτελούμενο από Παίονες, Παροραίους, Παραστρυμόνιους και Αγριάνες. Τότε εξαφανίστηκε η μοναρχία των Παιόνων και η περιοχή της, με εξαίρεση ένα κομμάτι που κατοικούνταν από τους Δάρδανους, ενώθηκε με το βασίλειο της Μακεδονίας. Από αυτό το γεγονός και από τα ονόματα των λαών που κυβερνούσε ο Δίδας, είναι φανερό ότι η επαρχία της Παιονίας, την περίοδο της μακεδονικής μοναρχίας, καταλάμβανε τις κοιλάδες του Άνω Στρυμόνα και του Άνω Αξιού, με τα ενδιάμεσα όρη και περιλάμβανε τη χώρα των Αγριάνων, που κατοικούσαν κοντά στις πηγές του Στρυμόνα. Το Αστραίο φαίνεται να ήταν η κεντρική θέση της χώρας και η επαρχιακή έδρα της κυβέρνησης. Η τοποθεσία του Στρούμιτζα είχε προσαρμοστεί έτσι ώστε να είναι το κυρίως οχυρό τέτοιων σκληραγωγημένων φυλών, των οποίων η δύναμη είχε δοκιμαστεί από τον Νικηφόρο Γρηγορά, όταν είχε σταλθεί το 1326 στα Σκόπια σε αποστολή στον Κράλη της Σερβίας από τον βασιλιά Ανδρόνικο τον πρεσβύτερο. Διηγείται ότι, αφού ταξίδεψε μισή νύχτα και μια μέρα με πλοιάριο από τον Στρυμόνα, έφτασε στον Στρούμιτζα, ένα τόσο ψηλό φρούριο, όπου οι άνδρες στα τείχη έμοιαζαν από την κοιλάδα σαν πουλιά. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 465-466)
  • Στις κοιλάδες που βρέχονται από τους παραπόταμους του ΄Ανω Αξιού, βόρεια της πόλης Στόβοι υπάρχουν τρεις σημαντικές πόλεις, των οποίων τα σύγχρονα ονόματα μοιάζουν με τα αρχαία σε ικανοποιητικό βαθμό και οδηγούν σε μια υπόθεση της ταυτότητας τους . Αυτά είναι τα Σκόπια, η Βελεσσά και το Ιστίπ. Σχετικά με το πρώτο δεν υπάρχει αμφιβολία, καθώς το όνομα Σκούπι που απαντάται στον Ιεροκλή και στον Πτολεμαίο, βρίσκεται στην ίδια μορφή και στην ιστορία του Νικηφόρου Βρυεννίου στις αρχές του δωδέκατου αιώνα, παρ’ότι τα Σκόπια- η σημερινή ελληνική μορφή- χρησιμοποιείται από την Άννα Κομνηνή, σε νεότερη περίοδο, και αργότερα από τον Νικηφόρο Γρηγορά, που περιγράφει τα Σκόπια να βρίσκονται στις όχθες του Αξιού, που τότε, όπως και τώρα λεγόταν Βαρδάρης. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 469)
  • Ο Περσέας προσπαθώντας να τους παρασύρει στη Μακεδονία μετακινήθηκε με το μισό του στράτευμα από τον ποταμό Ενιπέα της Πιερίας στην Αλμάνα του Αξιού, 75 μίλια από τη Ντεσουντάμπα. Αφού διέταξε να έρθουν ενισχύσεις για να είναι σε ετοιμότητα για την πορεία των Κελτών, έστειλε αγγελιοφόρο στη Ντεσουντάμπα ενώ ο στρατός των Κελτών έφτασε στη Βυλάζωρα και προσκαλώντας τους αρχηγούς τους να τον επισκεφτούν στην Αλμάνα τους έδωσε να καταλάβουν με τον αγγελιοφόρο ότι τους είχε ετοιμάσει πλούσια δώρα ελπίζοντας να τους θέσει στην υπηρεσία του. Αλλά δεν ήταν εύκολο να τους ξεγελάσει κανείς. Αρνούνταν να μετακινηθούν πέρα από τη Ντεσουντάμπα πριν παραλάβουν το υπεσχημένο δώρο των δέκα κομματιών χρυσού για κάθε ιππέα, πέντε για κάθε πεζό και 1.000 για κάθε αρχηγό. Οι Κέλτες επέστρεψαν στον Δούναβη καταστρέφοντας τμήματα της Θράκης μέσα από τα οποία πέρασαν. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 471)
  • Καθώς ο Περσέας είχε αφήσει ένα πολύ δύσκολο αντίπαλο στην Περραιβία και την Πιερία, δεν μπορούμε να πούμε ότι προχώρησε πιο πέρα από τον Αξιό από ό,τι ήταν αναγκαίο. Η Αλμάνα, ήταν πιθανώς κάτω από τα στενά του Ντεμίρκαπι, ανάμεσα στα Στενά και την Ειδομένη και η Ντεσουντάμπα 75 μίλια από εκεί, στην πορεία προς τον Δούναβη από την κοιλάδα του Moράβα κοντά στο Κουμάνοβο, έναν από τους παραπόταμους του Άνω Αξιού. Αυτό είναι το νότιο σύνορο που μπορεί να αποδοθεί στη Μαιδική προς την Παιονία και οι αντίστοιχες τοποθεσίες της Ντεσουντάμπα, Βυλάζωρα και Αλμάνα συμφωνούν απόλυτα με τα δεδομένα στα οποία αναφέρεται και ο ιστορικός, έτσι ώστε ο Περσέας να επιχείρησε να προμηθεύσει τους Κέλτες με εφόδια.Η Βυλάζωρα βρισκόταν στο κέντρο της πιο γόνιμης περιοχής της Παιονίας. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 472)
  • Η δεύτερη Μακεδονία περιλάμβανε όλη την περιοχή ανάμεσα στον Στρυμόνα και τον Αξιό εκτός από τη Σιντική και τη Βισαλτία και εκτεινόταν από τις πηγές των δύο ποταμιών μέχρι εκεί που έφτανε το σύνορο του βασιλείου της Μακεδονίας. Η ανατολική τροπή του Στρυμόνα κάτω από τις Σέρρες αποδεικνύει αμέσως γιατί η Σιντική και η Βισαλτία είχαν εξαιρεθεί από τις περιοχές ανάμεσα στο Στρυμόνα και τον Αξιό και εντάσσονταν στην πρώτη Μακεδονία αντί για τη δεύτερη. Η δεύτερη περιφέρεια ήταν η πιο εύφορη και πιο γνωστή από τις τέσσερις και κανένα τμήμα της Μακεδονίας δεν συγκρινόταν σε ευφορία και σε άλλα πλεονεκτήματα με τη Μυγδονία, τη Χαλκιδική και τις τρεις γειτονικές χερσονήσους όπου ο ιστορικός σημειώνει ιδιαίτερα την παραγωγική Παλλήνη και τους βολικούς όρμους της Τορώνης και του Άθω. Το όνομα Αινεία, το οποίο ο Λίβιος αποδίδει στο λιμάνι του Άθω δεν βρίσκεται σε κανέναν άλλο συγγραφέα, ούτε είναι σίγουρο σε ποιο από τα λιμάνια της Ακτής αναφέρεται. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 483-484)
  • Η τρίτη περιφέρεια περιγράφεται πολύ καθαρά να οριοθετείται από τη θάλασσα, από τον Αξιό και από τον Πηνειό, σε τρεις μεριές, περιλαμβάνοντας τις πόλεις Πέλλα, Έδεσσα και Βέροια και να εκτείνεται βόρεια ως το όρος Βόρας, όπου τα όριά του είναι τέτοια,ώστε ήταν το μόνο από τις τρεις επαρχίες που δεν ήταν σε επικοινωνία με τους βάρβαρους, οι πλησιέστεροι εκ των οποίων ήταν οι Δάρδανοι. Από εκεί το όρος Βόρας που δεν αναφέρεται από κανέναν άλλο συγγραφέα, εμφανίζεται ως η κορυφή βόρεια των Βοδενών,, ένας από τους κυρίως συνδέσμους με τον Όλυμπο ή την ανατολική αλυσίδα, της οποίας οι υπόλοιπες κορυφές είναι το Βέρμιο, τα Πιέρια , ο Όλυμπος, η Όσσα και το Πήλιο. Αυτή η μεγάλη κορυφογραμμή ήταν σε μια βόρεια κατεύθυνση στη διακλάδωση του Εριγώνα και του Αξιού. Εδώ τελειώνει η Τρίτη Περιφέρεια και έτσι η Παιονία παρεμβάλλεται ανάμεσα στο βόρειο άκρο της τρίτης περιφέρειας και των Ιλλυρίων.Ένα τμήμα της Παιονίας διαχωρίστηκε από το υπόλοιπο της χώρας και αποδόθηκε στην Τρίτη Μακεδονία, ενώ το υπόλοιπο τμήμα ανήκε στη Δεύτερη και βρισκόταν χαμηλά στον Εριγώνα κοντά στους Στόβιους και αυτή η πόλη είχε οριστεί να είναι ο τόπος της εναπόθεσης του αλατιού, που πουλιόταν στους Δάρδανους, το μονοπώλιο του οποίου είχε δοθεί στην Τρίτη Μακεδονία. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 484-485)
  • Όσον αφορά τις πόλεις της Μυγδονίας, οι οποίες κατείχαν την εύφορη πεδιάδα που συμπεριλαμβάνεται μεταξύ του Όρους Χορτιάτη και του Βαρδάρη, ο πληθυσμός τους ήταν χωρίς αμφιβολία αφομοιωμένος σε μεγάλο βαθμό από τη Θεσσαλονίκη, από την ίδρυσή της από τον Κάσσανδρο, και δεν μπορεί να περιμένει κανείς, συνεπώς, να υπάρχουν σήμερα πολλά κατάλοιπα της. Ούτε οι αρχαίες πηγές είναι επαρκείς για να καθορίσουν τον χώρο. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 450)
  • Στις 6.25 βρισκόμαστε απέναντι από το στόμιο του Βαρδάρη, ο οποίος τώρα ενώνεται με τη θάλασσα σε έναν κόλπο ανάμεσα στο τελευταίο ακρωτήρι που περάσαμε και ένα άλλο, το οποίο ονομάζεται Καζίκ-μπουρνού, από όπου περάσαμε στις 6.51. Δεν είναι απίθανο το πρώτο να δημιουργήθηκε από το Λουδία και το τελευταίο από τον Αξιό, σε κάποια στιγμή, όταν εξέβαλλαν, ξεχωριστά, στον κόλπο. (Leake, τόμ.ΙΙΙ, σελ.438).
  • Ο Περσέας προσπαθώντας να τους παρασύρει στη Μακεδονία μετακινήθηκε με το μισό του στράτευμα από τον ποταμό Ενιπέα της Πιερίας στην Αλμάνα του Αξιού, 75 μίλια από την Ντεσουντάβα. Αφού παρήγγειλε ενισχύσεις για να είναι σε ετοιμότητα για την πορεία των Κελτών, έστειλε αγγελιοφόρο στην Ντεσουντάβα, ενώ ο στρατός των Κελτών έφτασε στη Βυλάζωρα και προσκαλώντας τους αρχηγούς τους να τον επισκεφτούν στην Αλμάνα τους έδωσε να καταλάβουν με τον αγγελιοφόρο ότι τους είχε ετοιμάσει πλούσια δώρα ελπίζοντας να αποκτήσει τις υπηρεσίες των Κελτών. Αλλά δεν ήταν εύκολο να τους ξεγελάσει κανείς. Αρνούνταν να μετακινηθούν πέρα από τη Ντεσουντάβα πριν παραλάβουν το καθορισμένο δώρο δέκα κομματιών χρυσού για κάθε ιππέα, πέντε για κάθε πεζό και 1.000 για κάθε αρχηγό. Οι Κέλτες επέστρεψαν στο Δούναβη καταστρέφοντας τμήματα της Θράκης μέσω των οποίων είχαν περάσει.(Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 471)
  • Καθώς ο Περσέας είχε αφήσει ένα πολύ δύσκολο αντίπαλο στην Περαιβία και στην Πιερία, δεν μπορούμε να πούμε ότι προχώρησε πιο πέρα από τον Αξιό από ότι ήταν απολύτως αναγκαίο. Η Αλμάνα, ήταν πιθανώς κάτω από τα στενά του Δεμίρκαπ, ανάμεσα στα Στενά και τις Iδομενές και η Ντεσουντάμπα 75 μίλια μακριά απο κει, στην πορεία προς τον Δούναβη από την κοιλάδα του Μάργκους κοντά στο Κουμάνοβο, έναν από τους παραπόταμους του Άνω Αξιού. Αυτό είναι το μεγαλύτερο νότιο άκρο που μπορεί να αποδοθεί στη Μεδίκα προς την Παιονία και οι αντίστοιχες τοποθεσίες της Ντεσουντάμπα, Βυλαζόρα, και Αλμάνα συμφωνούν απόλυτα με τις περιστάσεις στις οποίες αναφέρεται και ο ιστορικός έτσι ώστε ο Περσέας να επιχείρησε να προμηθεύσει τους Κέλτες με εφόδια και η Βυλαζόρα βρισκόταν στο επίκεντρο της πιο γόνιμης περιοχής της Παιονίας.(Leake, τόμ. ΙΙΙ, σελ.472).


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Μετά την κατάληψη της Μακεδονίας ο Παύλος Αιμίλιος διαίρεσε τους λαούς του βασιλείου του σε θρησκευτικές ομάδες. Τότε κατέταξε την περιοχή της Ορεστίδας στην τρίτη υποδιαίρεση, η οποία περικλειόταν από τον Αξιό, τον Πηνειό και το όρος Βόρας. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ. 4)
  • Σύμφωνα με τον Λίβιο, ο Βοημούνδος προχώρησε από την Πελαγονία έως τον Βαρδάρη και πολέμησε εναντίον των τουρκικών και βοσνιακών στρατιωτικών ταγμάτων που βρίσκονταν στην υπηρεσία των Ελλήνων αυτοκρατόρων. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ. 6)
  • Στο ανατολικό όριο της κοιλάδας της Μακεδονίας προς την πλευρά της Ηπείρου συνδέονται οι διακλαδώσεις των ποταμών που ορίζουν τη λεκάνη του Δρίνου, καθώς και οι κοίτες των παραποτάμων του Αξιού. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ. 15)
  • Μισή ώρα από τη μέση ζώνη του όρους Βίτσι συναντάμε τη διάβαση ενός ποταμού, που οι Βούλγαροι τον αποκαλούν Βαρδάρη του Σαριγούλ ή της Κίτρινης Λίμνης, για να τον διακρίνουν από τον Βαρδάρη-Αξιό, προς τον οποίο ρέει. Οι Βούλγαροι και οι Βλάχοι ανέβαιναν από τις κοιλάδες του Αξιού και του Εριγώνα, για να φτάσουν στα ψηλά βοσκοτόπια του Βιτσίου. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ. 17)
  • Ο Βαρδάρης του Σαριγούλ ή Εριγών εκβάλλει στον Αξιό. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ. 18)
  • Η γέφυρα του Βαρδάρη έχει εβδομήντα ένα τόξα, από τα οποία τα είκοσι οκτώ στηρίζονται πάνω σε ένα νησί που εξαφανίζεται όταν η στάθμη του ποταμού ανεβαίνει υπερβολικά. Κοσμείται από δύο περίπτερα, ένα στην κάθε της άκρη, ενώ στη μέση, μια σανιδένια πόρτα που ανοιγοκλείνει, χρησιμεύει σαν δίχτυ για να πιάνονται οι κλέφτες όταν αυτοί προσπαθούν να διαφύγουν από τα εδάφη του Βαλή της Ρούμελης και να περάσουν στο σαντζάκι της Θεσσαλονίκης, κι αντίστροφα να διαφύγουν από την επαρχία αυτή, περνώντας στην εδώθε του Αξιού Μακεδονία. Μια διαχωριστική γραμμή που μοιάζει με ραχοκοκαλιά διαιρεί κατά μήκος τη γέφυρα, χαράζοντας το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν τα αμάξια για να περάσουν από τη μια όχθη του ποταμού στην άλλη, χωρίς να συγκρουστούν. Η αποκατάσταση της γέφυρας έγινε χάρη στη φροντίδα του Ισμαήλ, του μπέη των Σερρών. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.110)
  • Ο ποταμός Αξιός αδειάζει ένα μέρος των νερών του στη λίμνη του Λουδία, ενώ το κύριο ρεύμα συνεχίζει τη ροή του κατευθείαν προς τη θάλασσα, και εναποθέτει έτσι την ιλύ του σε όλο το μήκος του ακρωτηρίου Βερνούς. Αυτή η είσοδος έχει σε τέτοιο βαθμό προσχωθεί ώστε να μπορούμε να προβλέψουμε ότι κάποτε ο μυχός του κόλπου της Θεσσαλονίκης δεν θα σχηματίζει παρά μια μεγάλη λίμνη. Σήμερα, αυτή η στερούμενη διεξόδου επιφάνεια δεν έχει πλέον παρά μόνον δέκα έξι οργιές νερό και τα πλοία που θέλουν να προσεγγίσουν στο λιμάνι αναγκάζονται να παραπλεύσουν τη θεσσαλική ακτή, έτσι ώστε να αποφύγουν τα αβαθή σημεία του ακρωτηρίου, που εισχωρεί τρία τέταρτα της λεύγας μέσα στη θάλασσα. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.114)
  • Η γέφυρα της Κουλουκιάς είναι ένα ξύλινο γεφύρι κοντά στις εκβολές του Βαρδάρη. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.114)
    • Ποταμός του οποίου τα χλωμά και θολά νερά διακρίνονται από μία καθαρή γραμμή οροθεσίας από τη βαθιά γαλανή θάλασσα μέσα στην οποία χύνεται, μία ιδιομορφία η οποία μπορεί επίσης να παρατηρηθεί στο σημείο στο οποίο ο Ροδανός χύνεται στη Μεσόγειο. (Tozer,τομ.ΙΙ,σ. 4 )


    Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

    • Το αρχαίο όνομά του είναι Αξιός. Είναι ο σπουδαιότερος ποταμός της Μακεδονίας. Και αποτελούσε το ανατολικό σύνορο του βασιλείου πριν ανέβει στο θρόνο ο Φίλιππος. Στον Μεσαίωνα λεγόταν Bardarius από όπου προήλθε το νεότερο Βαρδάρης. (Walker,σ. 50)


    Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.