Παλαιό Όνομα :Τέμπη
Δήμος :Σήμερα τα Τέμπη ανήκουν, διοικητικά, στο νομό Λαρίσης. Ιστορικά όμως αποτελούν τα όρια
ανάμεσα στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία.

 


















Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Ωστόσο, ήμασταν αρκετά τυχεροί ώστε να επισκεφτούμε την κοιλάδα των Τεμπών. Οι Γάλλοι μηχανικοί, κάτω από τις διαταγές του κ. George Beraud, είχαν τις εντολές τους. Για τους ποιητές αυτό το ιερό απειλούταν να μετατραπεί σε ένα άσπρο μνήμα. Αλλά οι μηχανικοί αταλάντευτα επέμειναν ότι η κοιλάδα θα έπρεπε να παραμείνει απείραχτη. Προκειμένου να σώσουν το δάσος, τις πηγές και εκείνη τη φιλελεύθερη απεικόνιση της ικανότητας της φύσης να είναι όμορφη, αρκεί μόνο ν’ αφεθεί μόνη της, έθεσαν την τεχνική τους ικανότητα σε σοβαρή δοκιμασία. Μια σιδηροδρομική γραμμή θα κατάστρεφε τον χώρο πέρα από κάθε επιδιόρθωση. Πως θα μπορούσε να συγκρατηθεί ο θαυμασμός μας από αυτούς τους άνδρες, των οποίων η καρδιά συρρικνώθηκε από μια διαδικασία, η οποία στοίχειωσε την εργασία τους; (Boissonnas, σ. 41)
  • Τα σύνορα αυτού του Πάρκου, ξεκινώντας από τα κυπαρίσσια του Μπαμπά, θα δένουν στη κοιλάδα των Τεμπών, το βυζαντινό οχυρό του Πλαταμώνα και θα εκτείνονται κατά μήκος της θάλασσας μέχρι τη Σκάλα του Αγίου Θεοδώρου. Μετά θα περιτρέχουν την ακτή της Σκοτίνας, γύρω από το δάσος της Καλλιπεύκης και θα περικλείουν ολόκληρο τον Όλυμπο. (Boissonnas, σ. 50)
  • Το τραίνο, αφού φύγει από την Λάρισα και περάσει τον ποταμό Πηνειό, μπαίνει στην περίφημη Κοιλάδα των Τεμπών, ανάμεσα στα όρη Όλυμπος (9780 πόδια) και Όσσα. Μετά περνάει αρκετά κοντά από την παραλία, μέσα από ένα τούνελ κάτω από το κάστρο του Πλαταμώνα και φθάνει στο Πλατύ, 20 μίλια από τη Θεσσαλονίκη, στη γραμμή Θεσσαλονίκη – Φλώρινα. (Boissonnas, σ. 78)
Τέμπη (πρώην Μπαμπά), Γιάννης Κυρίτσης, Ο Όλυμπος του Boissonnas, Η πρώτη ανάβαση στην κατοικία των Θεών οι πρώτες φωτογραφίες του μυθικού βουνού, Θεσσαλονίκη 2002, σ.25.

Τέμπη (πρώην Μπαμπά), Γιάννης Κυρίτσης, Ο Όλυμπος του Boissonnas, Η πρώτη ανάβαση στην κατοικία των Θεών οι πρώτες φωτογραφίες του μυθικού βουνού, Θεσσαλονίκη 2002, σ.25.

  • Ανάμεσα σε αμπελώνες που οδηγούν σε ένα ορεινό πλάτωμα βρίσκονται τα Αμπελάκια «θαμμένα» μέσα σε απέραντη βλάστηση.Περισσότερα από τετρακόσια σπίτια –τα πιο πολλά πολυτελούς κατασκευής-ανάμεσα σε καστανιές και πλατάνια αποτελούν μάρτυρες του αλλοτινού πλούτου της περιοχής αλλά πλέον τα 2/3 αυτών έχουν μετατραπεί σε ερείπια.Τα 24 εργαστήρια που κάποτε τροφοδοτούσαν τις αγορές της Ανατολικής Ευρώπης με περίφημα βαμβακερά- βαμμένα στο πλούσιο κόκκινο χρώμα που ερχόταν από τη Μικρά Ασία- στέκουν έρημα και σιωπηλά.Τα μεγάλα καραβάνια που κουβαλούσαν κάθε χρόνο 5.000 τόνους υφασμάτων στην Πέστη και το Βελιγράδι έχουν από καιρό χαθεί από τους έρημους δρόμους.Το σημαντικό Γυμνάσιο της περιοχής,που ανταγωνιζόταν τα καλύτερα κολλέγια της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης κατέληξε να είναι ένα απλό σχολείο σε χωριό όπου τα παιδιά των χωρικών με δυσκολία μάθαιναν το αλφάβητο.Η βιβλιοθήκη που μπορούσε να συγκριθεί με αυτές του Αγίου Όρους σκόρπισε στους τέσσερις ανέμους.Η βρετανική βιομηχανία υφασμάτων έφερε το πρώτο πλήγμα στην εμπορική υπεροχή των Αμπελακίων, την οποία αποτέλειωσε ο τουρκικός στρατός κατά τον Αγώνα Ανεξαρτησίας των Ελλήνων.(Chirol, σσ.116-117)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Από τα ύψη της Αμφιλοχίας κατεβήκαμε προς την κοιλάδα των Τεμπών και φθάσαμε στις όχθες του ποταμού (ενν. Πηνειού), το οποίο εισέρχεται στο βαθύ φαράγγι και χύνεται στη θάλασσα.
    Το μήκος αυτού του αξιόλογου κόλπου από τα δυτικά προς τα ανατολικά είναι σχεδόν πέντε μίλια∙ (Ο Αιλιανός μιλάει για τον κόλπο των Τεμπών, το οποίο ήταν 40 στάδια, ενώ οι Λίβιος και Κούιντος Κούρτιος αναφέρουν ότι ήταν πέντε) η κατεύθυνσή του σε αυτή την απόσταση ποικίλη. Το πλάτος του μεταβάλλεται από τους βράχους (προεξοχές). Σε αυτή την περιοχή, και σε μεγάλο μέρος της έκτασης των Τεμπών, ο δρόμος περνάει από πάνω και κατά μήκος των προεξοχών των βράχων∙ μερικές φορές μάλιστα φαίνεται ότι προεξέχει από τον ποταμό∙ στη συνέχεια αποτραβιέται ώστε να βρει ένα πέρασμα από τα φαράγγια που κατεβαίνουν το βουνό. Ο Λίβιος περιγράφει εξαιρετικά αυτή την μοναδική διαδρομή∙ Rupes utrinque ita abscissae sunt, ut despici vix sine vertigine quadam simul oculorum animique possit. Terret et sonitus et altitudo per mediam vallem fluentis Penei amnis. (Holland, σ. 292-293)
  • Από τα ύψη των βράχων των Τεμπών, μπορώ να κάνω μόνο εικασίες. Εκείνοι (οι βράχοι) στη βόρεια πλευρά, περίπου στη μέση του περάσματος, είναι αναμφισβήτητα οι υψηλότεροι∙ και σε αυτό το σημείο φαίνονται να υψώνονται από εξακόσια μέχρι οχτακόσια πόδια πάνω από την επιφάνεια του ποταμού∙ περνώντας σταδιακά τα υψώματα, στα νότια του Ολύμπου, μπορούμε να θεωρηθήσουμε ότι αυτά δημιουργούν τη βάση. Προς το κατώτερο τμήμα των Τεμπών, αυτά τα βράχια κορυφώνονται με ένα πολύ μοναδικό τρόπο, σχηματίζοντας προεξέχουσες γωνίες στην μεγάλη κάθετη επιφάνεια του βράχου, οι οποίες εμφανίζονται στο άνοιγμα. Στα σημεία που η επιφάνεια το καθιστά δυνατό, στις κορυφές και τις προεξοχές των βράχων, καλύπτονται ως επί το πλείστον με μικρά ξύλα, κυρίως βελανιδιάς, με κουμαριές και άλλους θάμνους. Στις όχθες του ποταμού, υπάρχει ένα μικρό τμήμα μεταξύ του νερού και των βράχων, το οποίο καλύπτεται από βελανιδιές και άλλα δασικά δέντρα, τα οποία έχουν φθάσει σε αξιοσημείωτο μέγεθος, και σε διάφορα σημεία επεκτείνουν τη σκιά τους πάνω από το κανάλι του ρεύματος. Προκειμένου να ξεκαθαριστούν πολλά από αυτά, στο μυαλό του περιηγητή έρχεται η όμορφη και ακριβής περιγραφή του Αιλιανού, ο οποίος έχει παρουσιάσει το σκηνικό των Τεμπών πιο πιστά από κάθε άλλο συγγραφέα της αρχαιότητας. Ο Πηνειός, έτσι απόμερος από τα μεγάλα βράχια που κρέμονται στην κοιλάδα και από τα δέντρα που συνορεύουν με τα νερά του, ακολουθεί την πορεία του στην κοιλάδα των Τεμπών, ο οποίος έχει πλήρη και ταχεία ροή και διακόπτει για λίγο την πορεία του, αν και ρέει ανάμεσα στα βράχια. Η περιγραφή του (ενν. Πηνειού) από τον Οβίδιο, στην ιστορία του για την Ηώ είναι γνωστή. Spumonis volvitur undis,/ Dejectuque gravi tenues agitantia fumos/ Nubila conducit, summasque aspergine silvas/ Impluit, et sonitu plusquam vicina fatigat./ Την εποχή που βρισκόμουν στα Τέμπη, αν και ο ποταμός είχε κάπως διογκωθεί από τις βροχές, δεν ήταν ορμητικός, αλλά με βαθειά και σταθερή ροή, το οποίο επέτρεπε την πλοήγηση με ασφάλεια σε όλη την έκταση της στενωπού. Κατά την περίοδο των χειμερινών πλημμυρών, τα νερά του ποταμού δεν φαινόντουσαν να έχουν την καθαρότητα για την οποία ο Πηνειός εορταζόταν στην αρχαιότητα, αλλά τα ρεύματα, που κατεβαίνουν σε αυτόν από τις χαράδρες των βουνών ή που χτυπούν ξαφνικά στα βράχια από τις φυσικές λεκάνες, έχουν μία καθαρότητα η οποία θα μπορούσε να εξηγήσει την μεταμόρφωση των νυμφών που κυριαρχούσαν στα ύδατά του.(Holland, σ. 292-293)
  • Περίπου στη μέση του περάσματος στη νότια πλευρά του, και στα δεξιά του δρόμου, υπάρχουν κάποια ερειπωμένα τείχη, μέρος των οποίων ήταν από ρωμαϊκούς πλίνθους∙ και η πλαγιά όπου δυσχεραίνει σε αυτό το σημείο, βρίσκονται τα ερείπια ενός αρχαίου κάστρου, ένα από αυτά τα φρούρια, έχει τη φύση να βοηθάει την τέχνη στην προάσπιση αυτού του σημαντικού περάσματος. Ακριβώς κάτω από αυτά τα ερείπια, ένα ρεύμα εισέρχεται στον Πηνειό από τα ύψη του όρους Όσσα, το τοπίο κοντά σε αυτή την ένωση είναι εξαιρετικό∙ μια μεγάλη λεκάνη που σχηματίζεται από τα βράχια που το περιβάλλουν, τα οποία είναι παντού κάθετα, σαν τείχη, και πολύ ψηλά. Κοιτάζοντας προς τα πάνω μεταξύ του βουνού και του γκρεμού σε αυτήν την πλευρά, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη δυνατότητα αυτής της πορείας, που ακολούθησε ο Αλέξανδρος προκειμένου να μεταφέρει το στρατό του από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία, κατά μήκος των ανηφορικών περιζωμάτων της Όσσα ώστε να αποφύγει τα εμπόδια που του έβαλαν οι Θεσσαλοί στο πέρασμα μέσω των Τεμπών. Κατά τη διάρκεια των περσικών εισβολών, οι Έλληνες έστειλαν ένα σώμα, 10.000 άνδρες, υπό των Εβανίτη (Evaenetes) και Θεμιστοκλή, για να υπερασπιστεί την είσοδο στη Θεσσαλίας∙ αλλά επειδή υπάρχει ένας άλλος δρόμος ανοιχτός για τον Ξέρξη, πάνω από τα βουνά που συνορεύουν με τον Όλυμπο, οι στρατηγοί εγκατέλειψαν τη θέση τους και αποσύρθηκαν στα νότια. Αν είχαν παραμείνει εκεί, είναι πιθανό ότι στα Τέμπη θα συνέβαινε ένα περιστατικό όμοιο με αυτό στις Θερμοπύλες. Οι βράχοι σε κάθε πλευρά της κοιλάδας των Τεμπών είναι πανομοιότυπες∙ θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένα χοντρό μπλε-γκρι μάρμαρο, με νευρώσεις και σε κάποια τμήματα του βράχου το μάρμαρο είναι από τις καλύτερες ποιότητες. Το εμπρόσθιο των βράχων έχει μια τέτοια όψη, όπου θα μπορούσαμε να πούμε ότι γκρεμίστηκε∙ μεγάλες ρωγμές, τόσο οριζόντια όσο και κάθετα, διασχίζουν το βράχο, έτσι ώστε να δίνουν συχνά την εντύπωση ότι είναι ανεξάρτητες μάζες. (Holland, σ. 294)
  • Σε πολλά σημεία έχουν διαμορφωθεί μεγάλες κοιλότητες και σπήλαια∙ και εδώ η επιφάνεια είναι χρωματισμένη από το οξείδιο του σιδήρου. Αν και θα ήταν υπερβολικό να επιβεβαιωθεί από την εμφάνιση των βράχων στα Τέμπη, η καταστροφή που έγινε από κάποιο ξαφνικό και βίαιο σεισμό, αλλά θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και από το συμβάν που κατέγραψαν ότι συνέβη εδώ τόσοι πολλοί αρχαίοι συγγραφείς. Ο Ηρόδοτος, σχετικά με την εξόρμηση του Ξέρξη προκειμένου να ερευνήσει το πέρασμα των Τεμπών, παρατηρεί την κοινή γνώμη των Θεσσαλών, ότι δηλαδή ο Ποσειδώνας είχε ανοίξει αυτό το πέρασμα για να φέρει τα νερά από τη χώρα τους, και δηλώνει τη δική του άποψη ότι ο διαχωρισμός των βουνών πραγματοποιήθηκε από σεισμό. Σίγουρα είναι πιθανόν αυτή η εικασία να είναι βάσιμη. Η μνήμη του γεγονότος, ωστόσο επιτυγχάνεται να διασωθεί από την ετήσια γιορτή των αρχαίων πόλεων και χωριών στη δυτική είσοδο των Τεμπών, για την οποία έχουμε μια ενδιαφέρουσα περιγραφή από τον Αιλιανό. Η νύξη του Λουκιανού στο θέμα αυτό, το κάνει γνωστό στον κλασικό αναγνώστη. (Holland, σ. 295)
  • Η θέα των Τεμπών από το ανατολικό άκρο της είναι πολύ εντυπωσιακό, και το τοπίο μπροστά, προσφέρει στο μάτι μια ξαφνική αλλαγή από το συμβατικό ορεινό τοπίο στη μεγάλη έκταση του κάμπου, πλούσια σε δάση, σε καλλιέργειες, και φτάνει μέχρι τη θάλασσα του Αρχιπελάγους, την οποία βλέπουμε για πρώτη φορά. Αν η ατμόσφαιρα ήταν καθαρή, θα φαινόταν η χερσόνησος του Αγίου Όρους∙ αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να διακρίνουμε ούτε την περιοχή της αρχαίας Παλλήνης, η οποία βρίσκεται ακριβώς απέναντι μας, και αποτελεί το ανατολικό όριο του κόλπου της Θεσσαλονίκης.
    Αφήνοντας τα στενά των Τεμπών, και κατεβαίνοντας από την πεδιάδα, περάσαμε στη βόρεια πλευρά του ποταμού με ένα πλωτό-κινούμενο από άλογα (horse-ferry) – ένα ανάξιο υποκατάστατο της γέφυρας, που βρίσκεται μισό μίλι πιο κάτω, και πριν δύο χρόνια έσπασε κατά τη διάρκεια των χειμερινών πλημμυρών. Τα όρια της αρχαίας Μακεδονίας δεν μπορούν με ακρίβεια να ορισθούν είτε στο Θεσσαλικό ή Ιλλυρικό σύνορο της∙ αλλά κάτω από τα Τέμπη, στο σημείο που συναντιέται ο Πηνειός με τη θάλασσα είθισται να θεωρείται ότι αποτελεί το όριο ∙ και ως εκ τούτου το πέρασμα από την μία όχθη στην άλλη με το πλοίο σηματοδότησε ότι εγκαταλείψαμε τη Θεσσαλία, και μπήκαμε σε μια νέα περιοχή. (Holland, σ. 296)
  • Πέρα από τον Μπαμπά, η αρχαία στρατιωτική οδός, που διέρχεται από την κλεισούρα των Τεμπών, εκτείνεται ως τη Λάρισα.Το πρώτο που βλέπουμε είναι ο πύργος της Όσσας, ο οποίος δείχνει την αρχή της κατωφέρειας, από την οποία ανεβαίνουν στα Αμπελάκια.
    (Isambert, σ. 94)
  • Αναμφίβολα, αν ο Απόστολος Παύλος διέσχισε το όρος Βέρμιο, τα Σέρβια ήταν στον δρόμο του προς την Αθήνα μέσω Λάρισας, αλλά δεν φαίνεται αν πήγε στην Αθήνα από θαλάσσης ή μέσω ξηράς. Αλλά αν ακόμα θεωρήσουμε την φράση “ως επί θάλασσαν” να σημαίνει ότι, προκειμένου να παρακάμψει τους εχθρούς του έφυγε από τη Βέροια προς την ακτή σαν να είχε πρόθεση να μπαρκάρει, αλλά στην πραγματικότητα ταξίδευε μέσω ξηράς είναι περισσότερο πιθανό να είχε συνεχίσει τον δρόμο του μέσω Πιερίας και μέσω του άμεσου και ομαλού δρόμου των Τεμπών ή έστω μέσω του περάσματος της Πέτρας, παρά να έκανε ένα παρακαμπτήριο ταξίδι μέσω των βουνών. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 331)
  • Αφού βγαίνουμε από το πέρασμα, διασχίζουμε την πεδιάδα, που εκτείνεται από την έξοδο των Τεμπών μέχρι τη θάλασσα και διασχίζουμε τη Σαλαμβρία από μια γέφυρα, στα δεξιά της οποίας υπάρχει ένα φυλάκιο διοδίων και από την άλλη ένα χάνι. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 401)
  • Το τμήμα του βουνού που βρίσκεται μεταξύ των Τεμπών και της Καρίτζας είναι η αρχαία Ομόλη, ένα όνομα που κάποτε εμφανίζεται να χρησιμοποιείται περίπου ως συνώνυμο με το όνομα Όσσα. Μια πόλη με το ίδιο όνομα, διαφορετικά Ομόλιον ή πόλη των Ομολιέων, βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού, αλλά οι αρχαίες πηγές διαφωνούν ως προς την ακριβή θέση του. Ο Σκύλακας και ο Στράβωνας φαίνεται να συμφωνούν ως προς την τοποθέτησή του στη δεξιά πλαγιά του Πηνειού, κοντά στην έξοδο των Τεμπών, δηλαδή σε μια απόσταση μερικών μιλίων από τη θάλασσα. Αντίθετα, οι δύο ποιητές των Αργοναυτικών τοποθετούν το Ομόλιο πάνω στην ακτή και στη σειρά των ονομάτων στον Απολλώνιο παρεμβάλεται μια άλλη πόλη μεταξύ αυτής και των Τεμπών, οι Ευρυμενές. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 402)
  • Ο μόνος τρόπος για να επιλυθεί αυτό το ζήτημα είναι η ανεύρεση των ερειπίων της ίδιας της Ομόλης. Δεν μπορεί να εξηγηθεί με βάση τις αλλαγές που προκάλεσε ο Πηνειός, ο οποίος, όπως και άλλα ποτάμια της Ελλάδας, με τη δημιουργία νέου εδάφους στο στόμιο του, αύξησε το φάρδος της πεδιάδας κάτω από τα Τέμπη. Εμφανίζεται να έχει πάρει το σχήμα του, ως επίπτωση της συσσώρευσης χώματος και πήρε μια νέα κατεύθυνση προς τη θάλασσα. Το αρχαίο στόμιο του ποταμού φαίνεται να προσδιορίζεται από ένα χαμηλό σημείο, το οποίο είναι ακριβώς απέναντι από το χάσμα των Τεμπών και στην ίδια γραμμή με την γενική πορεία του ποταμού, διαμέσω του περάσματος. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 402-403)
  • Η λεκάνη του λόφου του Πλαταμώνα, κατηφορίζει προς την πεδιάδα, η οποία είναι ακαλλιέργητη μέχρι και την Κατερίνη. Το ποτάμι του Πλαταμώνα, ακριβώς στο σημείο της ένωσής του με τη θάλασσα, είναι ένας φαρδύς χείμαρρος, ο οποίος πέφτει από ένα τεράστιο χάσμα, το οποίο χωρίζει το υψηλότερο σημείο του Ολύμπου από τις κατώτερες κορυφές που καταλήγουν στις βουνοπλαγιές των Τεμπών. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 405)
  • Ο Σκιπίωνας, αφού πήρε ως οδηγούς δύο κατοίκους της Περραιβίας, έφθασε, μέσω μιας παρακαμπτήριας πορείας, στο Πύθιο κατά την τέταρτη περίπολο της τρίτης ημέρας. Η διαδρομή που ακολούθησαν ήταν πιθανώς μέσα από τα Τέμπη και από τη Φάλαννα, την Ολοοσόνα και τη Δολίχη ως το Πύθιο -μια απόσταση πάνω από εξήντα μίλια- για την κάλυψη της οποίας απαιτούνταν ο χρόνος που ο Λίβιος αναφέρει, στηριζόμενος στην αδιαμφισβήτητη αυθεντία του Πολύβιου. Ο Πλούταρχος, κατά συνέπεια, φαίνεται ότι αγνοούσε παντελώς τα εν λόγω μέρη και τις αποστάσεις ή αδιαφορούσε πλήρως για την ακρίβεια, όταν υποστηρίζει πως ο Σκιπίωνας έφθασε στο Πύθιο την ίδια νύκτα που ξεκίνησε από την Ηράκλεια. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 430)
  • Από τις τρεις πορείες που πραγματοποίησαν οι Ρωμαίοι πέρα από το Δίον, η πρώτη κατέληξε στον ποταμό Μίτις, η δεύτερη στις Αγασσές και η τρίτη στην Άσκορδο. Αυτά τα ονόματα δεν αναφέρονται σε καμία αρχαία πηγή, εκτός και αν το τελευταίο ταυτίζεται με την Άκερδο, η οποία συναντάται, όχι όμως ως ποταμός, στο Συνοπτικό Οδοιπορικό, στο οποίο και τοποθετείται σε απόσταση 12 οδοδεικτών από τη Βέροια, στο δρόμο από τη Λάρισσα μέσω των Τεμπών και του Δίου, διαδρομή η οποία δεν μπορεί να είναι πολύ διαφορετική από την πορεία του Μάρκιου. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 423)
  • Η πόλη της Ελασσόνας βρίσκεται κάτω από το μοναστήρι στην άκρη της πεδιάδας και χωρίζεται σε δυο μέρη με απότομο ρέμα προερχόμενο από ένα απέραντο χάσμα, που χωρίζει την υψηλή κορυφή του Ολύμπου από μια μικρότερη οροσειρά η οποία εκτείνεται από την Ελασσόνα στα Τέμπη, και συνορεύει με την βόρεια πλευρά της πεδιάδας της Λάρισας. Tο τελευταίο βουνό, υποθέτω ότι είναι ο αρχαίος Τίταρος , όπως και το ποτάμι που τώρα λέγεται Ελασσονίτικο είναι σίγουρα ο Τιταρήσιος ή Ευρώτας. Το ύψωμα στο οποίο βρίσκεται το μοναστήρι, προστατεύεται και από τις δυο πλευρές από βαθιά χαράδρα, στα ανατολικά ρέει το Ελασσονίτικο, στα δυτικά ένας παραπόταμός του ρέει από τους λόφους στα βόρεια. Και οι δύο χαράδρες όπως και οι μικρότερου μεγέθους χείμαρροι, αποτελούνται από λευκό αργιλώδες χώμα που ρέει σε αυλάκια, όπως συμβαίνει στη Ζάκυνθο και σε πολλά μέρη της Αχαΐας, η μοναδικότητα του οποίου, όπως παρατηρεί ο Στράβωνας, έκανε τον Όμηρο να προσδώσει ένα συγκεκριμένο επίθετο στην Ολοσσώνα. Αυτό δεν το αγνοούν οι Έλληνες της Ελασσόνας. Πιστεύουν ότι, όπως ο Σέλος, είναι κατάλοιπο της ομηρικής Ηλώνης, που σύμφωνα με τον Στράβωνα ονομάστηκε αργότερα Λειμώνη. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 345)
  • Τα φαράγγια του Ελασσονίτικου και του Ξεριά αποτελούν φυσικές ανόδους στις άνω περιοχές του Ολύμπου, όπου υπάρχουν αρκετά μεγάλα χωριά και κάποιες καλλιεργούμενες πεδιάδες που βρίσκονται ανάμεσα στην νότια πρόσοψη αυτού του βουνού και οι κορυφές προεξέχουν από τα Τέμπη και την πελασγική πεδιάδα. Μέσα από αυτή την περιοχή ο ύπατος Κόιντος Μάρκιος Φίλιππος διέσχισε το πέρασμα των Τεμπών και εισέβαλε από την Περραιβία στην μακεδονική ακτή στο τρίτο έτος του τελευταίου Μακεδονικού πολέμου. Το πέρασμα από αυτό το σημείο της κορυφογραμμής του Ολύμπου διαμορφώνεται όπως όλες οι φυσικές πορείες πάνω από ψηλά όρη, από δύο ποτάμια που ρέουν από το ίδιο διάσελο ή κορυφή, σε αντίθετες κατευθύνσεις. Ένα από αυτά είναι το Ελασσονίτικο ή Τιταρήσιος, το άλλο το ποτάμι του Πλαταμώνα. Οι κορυφές των αντίστοιχων χαράδρων μέσω των οποίων ρέουν, διαχωρίζονται μόνο από μια πεδιάδα, στους νότιους πρόποδες των άνω υψών του Ολύμπου, που περιλαμβάνουν το χωριό Καρυά, ένα από τα μεγαλύτερα του βουνού. Η πεδιάδα αυτή είναι περίπου 5 μίλια σε μια ανατολική και μια δυτική κατεύθυνση με τη μεγαλύτερη απόσταση επιπέδου πάνω από τον Όλυμπο. Όπως άλλες παρόμοιες πεδιάδες στα όρη της Ελλάδας παρέχει μόνο σίκαλη και βοσκότοπους για τα κοπάδια. Στα υψώματα με έλατα, στα βόρεια, βρίσκεται το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας, κοντά σε χείμαρρο που ρέει από εκεί, μέσα από την πεδιάδα της Καρυάς και από εκεί στον Πλαταμώνα. Η Αγία Τριάδα αποτελούσε για πολλά χρόνια αγαπημένο στέκι των ληστών του Όλυμπου, μέχρι που το άγγιξε ο Αλί Πασάς με το μαγικό ξίφος του και τα χωριά του βουνού μετατράπηκαν σε τσιφλίκια του, και οι κλέφτες σε αρματολούς για την προστασία των κτήσεων του πασά. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 348-349)
  • Στα νότια της πεδιάδας της Καρυάς και διαχωρισμένη από αυτή μόνο από μια κορυφογραμμή, είναι η παράλληλη κοιλάδα του Εζερού, περίπου μισή σε μέγεθος από αυτή της Καρυάς και ονομασμένη έτσι από μια λίμνη που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο κομμάτι της.Οι κάτοικοι του χωριού του Εζερού εξαιτίας των συνεχών πλημμυρών αναγκάστηκαν να απομακρυνθούν από την περιοχή. Η λίμνη του Εζερού είναι προφανώς η αρχαία Άσκουρις. Στα ανατολικά αυτής της πεδιάδας υπάρχει άλλη, όχι πολύ μακριά από τις κορυφές που περιλαμβάνουν το πέρασμα των Τεμπών στα βόρεια. Χωρίζεται μόνο με κορυφογραμμή από καλλιεργημένη περιοχή γύρω από την πόλη της Ραψάνης ή Ραψιάνης, που έχει θέα στον Πηνειό, και στα νότια απέναντι από το όρος Όσσα και τα Αμπελάκια. Στην κορυφογραμμή στα δυτικά της Ραψάνης βρίσκονται τα κατάλοιπα ενός αρχαίου φρουρίου, πιθανώς η Λάπαθος, του οποίου ίσως το όνομα Ραψάνη αποτελεί παραφθορά. Καθώς η κοιλάδα της Καρυάς και τα φαράγγια των ποταμών του Ελασσονίτικου και του Πλαταμώνα διαμορφώνουν ένα χώρισμα ανάμεσα στον Όλυμπο και στις μικρότερες κορυφές που εκτείνονται στις πεδιάδες της Ελασσόνας και της Λάρισας και στα Τέμπη, τα βουνά χωρίζονται από την πεδιάδα του Εζερού. Η δυτική πλευρά τους είναι προφανώς το όρος Τίταρος που εφάπτεται στον Όλυμπο, όπως σημειώνει ο Στράβων. Η ανατολική πλευρά φέρει το ίδιο όνομα με το οχυρό της Λαπάθου, που βρίσκεται πάνω από αυτές τις κορυφές. Η απόσταση από την Καρυά στον Εζερό υπολογίζεται σε δυο ώρες και από εκεί στη Ραψάνη τρεις ώρες. Ανάμεσα στην Καρυά και στην Ελασσόνα υπάρχουν δυο άλλα χωριά στο βουνό, δηλαδή, η Σκαμνιά, που δεν είναι μακριά, από τη βόρεια πλευρά της πεδιάδας της Καρυάς, σε απόσταση μιάμισης ώρα από την πόλη και η Μπολιάνα μια ώρα από τη Σκαμνιά, κοντά στη δυτική άκρη της κοιλάδας της Καρυάς, όπου υπάρχουν κατάλοιπα αρχαιοτήτων στην Κονίσπολη, που βρίσκεται στο χώρισμα των νερών που ρέουν σε μια πορεία με την πεδιάδα του Καρυά, και από την άλλη διαμορφώνουν τις πηγές του Ξεριά ή λίμνη της Τσαρίτσανης. Η Κονίσπολη μοιάζει να είναι το Ευδίερο του Λίβιου, δεκαπέντε μίλια από το ρωμαϊκό στρατόπεδο, ανάμεσα στην Άζωρο και την Δολίχη, προς την κατεύθυνση της Ασκούρεως και της Λαπάθου. Οι πηγές του κυρίως ποταμού του Τιταρήσιου είναι στην κύρια πτέρυγα του Ολύμπου ανάμεσα στην Σκαμνιά και στον Σελό, και κυρίως σε μια πηγή που βρίσκεται δυο ή τρεις ώρες στα βορειοανατολικά της Ελασσόνας. Αφήνοντας πίσω τα φαράγγια του Ολύμπου προσεγγίζει την Ελασσόνα, από τα βορειοανατολικά, στρίβει νότια μέσα στην πόλη, από εκεί ρέει δυτικά, κοντά στους πρόποδες των λόφων στη βόρεια πλευρά της πεδιάδας, και φτάνει στις δυτικά περάσματα ανάμεσα στους λόφους στην πεδιάδα του Δεμίνικου, όπου συναντάει το Σαραντάπορο, ή παραπόταμο από τα όρη του Λιβαδιού, κοντά στο Αμούρι. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 349-351)
  • Αφήνουμε την Τσαρίτσανη, συνεχίζουμε να διασχίζουμε την πεδιάδα της Ολοοσώνας, όχι μακριά από τους πρόποδες του όρους Τίταρος και στη βορειοανατολική γωνία ανεβαίνουμε ένα πέρασμα που λέγεται δερβένι του Μελούνα, όπου ο δρόμος διασταυρώνεται με χαμηλή βραχώδη κορυφογραμμή, που συνδέει τον Τίταρο με το όρος του Τυρνάβου ενώ στο κατέβασμα υπάρχει θέα της πεδιάδας της Πελασγιώτιδας και της εισόδου των Τεμπών και του όρους Όσσα. Πάνω από τον Πηνειό στα δεξιά της Όσσας, φαίνεται η λίμνη Καρατζάρ, η αρχαία Νεσσωνίς.Φτάνουμε στο ύψωμα του Μελούνα και μπαίνουμε στην πεδιάδα του μικρού τουρκικού χωριού του Καραντερέ που ονομάζεται από τους Έλληνες Λιγαρά, στρίβουμε δεξιά και ακολουθώντας το όρος του Τυρνάβου, διασχίζουμε ένα μικρό ρυάκι κάτω από το μάτι ή πηγή που πηγάζει από τους πρόποδες του όρους και σχηματίζει μικρή λίμνη και έλος στα αριστερά της κοιλάδας. Εδώ ένα μεγάλο τουρκικό χωριό, το Καρατζόλι, φαίνεται να διασχίζει την πεδιάδα στην πλευρά του όρους Τίταρος, δυο ή τρία μίλια στα αριστερά μας. Κάποια εμφανή κατάλοιπα των αρχαιοελληνικών τειχισμάτων δείχνουν ότι είναι θέση μιας πόλης με μεγάλη σημασία. Συνεχίζοντας στα δεξιά κατά μήκος των υπωρειών του όρους Τύρναβος διασχίζουμε άλλο ένα ποτάμι που ρέει από την πηγή στα δεξιά μας, την Κρύα Βρύση και φτάνουμε στην πόλη του Τυρνάβου ή Τουρνάβου, που βρίσκεται στην πεδιάδα αλλά όχι μακριά από το όρος. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 351-352)
  • Ο δρόμος για τα Τρίκαλα ακολουθεί την ανατολική πλευρά στους πρόποδες του βουνού ως ένα άλλο άνοιγμα μεταξύ αυτού και ενός λόφου στα αριστερά, όπου και εμφανίζεται μια από τις κοιλάδες του Τιταρήσιου ποταμού.(Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 333)
  • ‘Ενα μικρό ρυάκι ρέει από το μέσο της κοιλάδας στα δεξιά μας και περνάει μέσα από ένα λαγκάδι στο νοτιοδυτικό άκρο κοντά στο οποίο συναντάει ένα ποτάμι από τις άφθονες πηγές του νότιου μέρους των Αμάρβεων όπου οι Λιβαδιώτες έχουν κλωστουϋφαντουργεία. Μετά από μια στροφή προς τα ανατολικά της προηγούμενης πορείας, μπαίνουμε σε μια άλλη πεδιάδα στην οποία καταλήγει το Ελασσονίτικο ή ποτάμι της Ελασσόνας, στο Αμούρι, ένα μικρό χωριό όχι μακριά από το Δεμίνικο. Το σύνολο των ποταμών ονομάζεται Τιταρήσιος κατά τον Όμηρο, και συναντά τον Πηνειό στην κοιλάδα της Λάρισας. Το παρακλάδι από το όρος του Λιβαδιού ονομάζεται Βουργαρί ή Σαραντάπορο. Σε μικρή απόσταση από τη δεξιά όχθη, κοντά στο Μπογάζι όπου σταματάει η πεδιάδα, υπάρχει το χωριό Βουβάλα και το μετόχι του μοναστηριού της Ελασσόνας σε ένα ύψωμα στις Αμάρβες. Η κορυφή είναι περικυκλωμένη με χαλάσματα τοίχων μιας αρχαίας πόλης. Αυτό το μέρος που βρίσκεται κοντά στον δρόμο από τα Σέρβια στα Τρίκαλα, υπολογίζεται σε τρεις ώρες από το Λιβάδι και είναι λιγότερο από μία στα δεξιά του δρόμου από τα Σέρβια στην Ελασσόνα, όπου μετά την έξοδο από το πέρασμα της Βίγλας αφήνουμε τον δρόμο των Τρικάλων στα δεξιά μας και διασχίζουμε την κοιλάδα διαγωνίως προς την Ελασσσόνα. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 334)
  • Η πόλη της Ελασσόνας βρίσκεται κάτω από το μοναστήρι στην άκρη της πεδιάδας και χωρίζεται σε δυο μέρη με απότομο ρεύμα προερχόμενο από ένα απέραντο χάσμα, που χωρίζει την κορυφή του Ολύμπου από μια μικρότερη οροσειρά που εκτείνεται από την Ελασσόνα στα Τέμπη, και συνορεύει με την βόρεια πλευρά της πεδιάδας της Λάρισας. Αυτό το βουνό, υποθέτω ότι είναι ο αρχαίος Τίταρος , όπως το ποτάμι που τώρα λέγεται Ελασσονίτικο είναι σίγουρα ο Τιταρήσιος ή Ευρώτας. Το ύψωμα στο οποίο βρίσκεται το μοναστήρι, προστατεύεται και από τις δυο πλευρές από βαθιά χαράδρα, στα ανατολικά ρέει το Ελασσονίτικο, στα δυτικά ένας παραπόταμος του ρέει από τους λόφους στα βόρεια. Και οι δύο χαράδρες όπως και οι μικρότερου μεγέθους χείμαρροι, αποτελούνται από λευκό αργιλώδες χώμα που ρέει σε αυλάκια από τα νερά όπως συμβαίνει στην Ζάκυνθο και σε πολλά μέρη της Αχαΐας, η μοναδικότητα του οποίου, όπως παρατηρεί ο Στράβωνας, έκανε τον Όμηρο να πάρει το επίθετο που προσέδωσε στην Ολοσσώνα. Οι Έλληνες της Ελασσόνας πιστεύουν ότι, όπως ο Σέλος, είναι υπολείμματα της ομηρικής Ηλώνης, που σύμφωνα με τον Στράβωνα ονομάστηκε αργότερα Λειμώνη. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 345)
  • Η πόλη της Ελασσόνας με 400 οικογένειες είναι η πρωτεύουσα μιας περιφέρειας 30 χωριών, πολλά από τα οποία είναι μεγάλα. Ο Βοεβόδας, που εισπράττει τα έσοδα είναι Αλβανός, και έχει μεγάλο σπίτι στην πόλη χτισμένο σε τουρκικό ρυθμό.Τρία τζαμιά και πολλά σπίτια σε χαλάσματα στα αριστερά του Ελασσονίτικου, δείχνουν ότι ο μουσουλμανικός πληθυσμός ήταν πολυπληθής. Οι Έλληνες που τώρα αποτελούν τα τρία τέταρτα των κατοίκων, τότε περιορίζονταν στη δεξιά όχθη. Η εκκλησία τους περιλαμβάνει μια εγχάρακτη κολώνα, αρκετή δυσανάγνωστη αλλά προφανώς μια καταγραφή της απελευθέρωσης των σκλάβων και του ποσού που πλήρωναν στην περίσταση. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 347)
  • Τα φαράγγια του Ελασσονίτικου και του Ξεριά αποτελούν τις φυσικές κορυφές στις άνω περιοχές του Ολύμπου, όπου υπάρχουν αρκετά μεγάλα χωριά και κάποιες καλλιεργούμενες πεδιάδες που βρίσκονται ανάμεσα στην νότια πρόσοψη αυτού του βουνού ενώ οι κορυφές προεξέχουν από τα Τέμπη και την πελασγική πεδιάδα. Μέσα από αυτή την περιοχή ο ύπατος Μάρκος Φίλιππος διέσχισε το πέρασμα των Τεμπών και εισέβαλε από την Περραιβία στην μακεδονική ακτή στο τρίτο έτος του τελευταίου μακεδονικού πολέμου. Το πέρασμα από αυτό το σημείο της κορυφογραμμής του Ολύμπου διαμορφώνεται όπως όλες οι φυσικές πορείες πάνω από ψηλά όρη, από δύο ποτάμια που ρέουν από το ίδιο διάσελο ή κορυφή, σε αντίθετες κατευθύνσεις. Ένα από αυτά είναι το Ελασσονίτικο ή Τιταρήσιος, το άλλο το ποτάμι του Πλαταμώνα. Οι κορυφές των αντίστοιχων χαράδρων μέσω των οποίων ρέουν, διαχωρίζονται μόνο από μια πεδιάδα, στους νότιους πρόποδες του Ολύμπου, που περιλαμβάνουν το χωριό Καρυά, ένα από τα μεγαλύτερα του βουνού. Η πεδιάδα αυτή είναι περίπου 5 μίλια σε μήκος, από τα ανατολικά στα δυτικά, και αποτελεί την μεγαλύτερη επίπεδη επιφάνεια στον Όλυμπο. Όπως άλλες παρόμοιες πεδιάδες στα όρη της Ελλάδας προμηθεύει μόνο σίκαλη και βοσκότοπους για τα κοπάδια. Στα υψώματα με έλατα,στα βόρεια, βρίσκεται το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας, κοντά σε χείμαρρο που ρέει από εκεί, μέσα από την πεδιάδα της Καρυάς και από εκεί στον Πλαταμώνα. Η Αγία Τριάδα αποτελούσε για πολλά χρόνια αγαπημένο στέκι των ληστών του Όλυμπου μέχρι που το άγγιξε ο Αλή Πασάς με το μαγικό ξίφος του και τα χωριά του βουνού μετατράπηκαν σε τσιφλίκια του και οι κλέφτες σε αρματολούς για την προστασία του. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σσ. 348-349)
  • Στα νότια της πεδιάδας της Καρυάς και διαχωρισμένη από αυτή μόνο από μια κορυφογραμμή είναι η παράλληλη κοιλάδα του Εζερού, περίπου μισή σε μέγεθος από αυτή της Καρυάς και καλούμενη έτσι από μια λίμνη που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο κομμάτι της. Η λίμνη του Εζερού είναι προφανώς η αρχαία Άσκουρις. Στα ανατολικά αυτής της πεδιάδας υπάρχει άλλη, όχι πολύ μακριά από τις κορυφές που περιλαμβάνουν το πέρασμα των Τεμπών στα βόρεια. Χωρίζεται με κορυφογραμμή από καλλιεργημένη περιοχή γύρω από την πόλη της Ραψάνης ή Ραψιάνης, που έχει θέα στον Πηνειό, και στα νότια απέναντι από το όρος Όσσα και τα Αμπελάκια. Στην κορυφογραμμή στα δυτικά της Ραψάνης είναι τα κατάλοιπα ενός αρχαίου φρουρίου, πιθανώς η Λάπαθος, του οποίου ίσως το όνομα Ραψάνη αποτελεί παραφθορά. Καθώς η κοιλάδα της Καρυάς και τα φαράγγια των ποταμιών του Ελασσονίτικου και του Πλαταμώνα διαμορφώνουν ένα χώρισμα ανάμεσα στον Όλυμπο και στις μικρότερες κορυφές που εκτείνονται στις πεδιάδες της Ελασσόνας και της Λάρισας, και στα Τέμπη, τα βουνά χωρίζονται από την πεδιάδα του Εζερού. Η δυτική πλευρά τους είναι προφανώς το όρος Τίταρος που εφάπτεται στον Όλυμπο, όπως σημειώνει ο Στράβων. Η ανατολική πλευρά φέρει το ίδιο όνομα με το οχυρό της Λαπάθου, που βρίσκεται πάνω από αυτές τις κορυφές. Η απόσταση από την Καρυά στο Εζερό υπολογίζεται σε δυο ώρες και από εκεί στη Ραψάνη τρεις ώρες. Ανάμεσα στην Καρυά και στην Ελασσόνα υπάρχουν δυο άλλα χωριά στο βουνό, δηλαδή, η Σκαμνιά, που δεν είναι μακριά, από τη βόρεια πλευρά της πεδιάδας της Καρυάς, απόσταση μιάμιση ώρα από την πόλη και η Μπολιάνα μια ώρα από τη Σκαμνιά, κοντά στη δυτική άκρη της κοιλάδας της Καρυάς, όπου υπάρχουν κατάλοιπα αρχαιοτήτων στην Κονίσπολη, που βρίσκεται στο χώρισμα των νερών που ρέουν σε μια πορεία με την πεδιάδα της Καρυάς και από την άλλη διαμορφώνουν τις πηγές του Ξεριά ή λίμνη της Τσαριτσάνης. Η Κονίσπολη μοιάζει να είναι το Ευδίερο του Λιβίου, δεκαπέντε μίλια από το ρωμαϊκό στρατόπεδο, ανάμεσα στην Άζωρο και την Δολίχη, προς την κατεύθυνση της Ασκούρεως και της Λαπάθου. Οι πηγές του κυρίως ποταμού του Τιταρήσιου είναι στην κύρια πτέρυγα του Ολύμπου ανάμεσα στην Σκαμνιά και στον Σελό, και κυρίως σε μια πηγή που βρίσκεται δυο ή τρεις ώρες στα βορειοανατολικά της Ελασσόνας. Αφήνοντας πίσω τα φαράγγια του Ολύμπου προσεγγίζει την Ελασσόνα, από τα βορειοανατολικά, στρίβει νότια μέσα στην πόλη, από εκεί ρέει δυτικά, κοντά στους πρόποδες των λόφων στη βόρεια πλευρά της πεδιάδας, και φτάνει στις δυτικά περάσματα ανάμεσα στους λόφους στην πεδιάδα του Δεμινίκου, όπου συναντάει το Σαραντάπορο ή παραπόταμο από τα όρη του Λιβαδιού, κοντά στο Αμούρι. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σσ. 350-351)
  • Το τμήμα του βουνού που βρίσκεται μεταξύ των Τεμπών και της Καρίτζας είναι η αρχαία Ομόλη, ένα όνομα που κάποτε εμφανίζεται να χρησιμοποιείται περίπου ως συνώνυμο με το όνομα Όσσα. Η επιγραφή στα νομίσματα είναι “Ομολιέων”, το οποίο συνάδει με το επίθετο Ομολιεύς στον Στέφανο. Ο Σκύλακας και ο Στράβωνας φαίνεται να συμφωνούν ως προς την τοποθέτησή του στη δεξιά πλαγιά του Πηνειού, κοντά στην έξοδο των Τεμπών, δηλαδή σε μια απόσταση μερικών μιλίων από τη θάλασσα. Αντίθετα οι δύο ποιητές των Αργοναυτικών τοποθετούν το Ομόλιον πάνω στην ακτή και στη σειρά των ονομάτων στον Απολλώνιο παρεμβάλεται μια άλλη πόλη μεταξύ αυτής και των Τεμπών, οι Ευρυμενές. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 402)
  • Οι δύο ποιητές των Αργοναυτικών τοποθετούν το Ομόλιον πάνω στην ακτή και στη σειρά των ονομάτων, στον Απολλώνιο, παρεμβάλεται μια άλλη πόλη μεταξύ αυτής και των Τεμπών, οι Ευρυμενές.(Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 402)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.