Παλαιό Όνομα : Βυλάζωρα, Αναύσαρα, Kiuprulu
Δήμος :

 

















  • Πόλη που βρίσκεται στα νότια και είναι γνωστή ως Veles για τους Σλάβους και Βελεσσά για τους Έλληνες. Καμία από τις δύο ονομασίες δε μεταφέρει κάποια διακριτή έννοια στο κοινό μυαλό. Η τουρκική ονομασία Kiuprulu ή Γεφυρόπολη, παρόλο που είναι κάπως κακόφωνη, έχει το προτέρημα να δίνει έμφαση σε ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της περιοχής. Αυτό προέρχεται από την χαριτωμένη, αν και ξεχαρβαλωμένη, ξύλινη γέφυρα η οποία ανοίγει τον Vardar και λειτουργεί ως πέρασμα ανάμεσα στα δύο μέρη, στα οποία χωρίζεται η πόλη από τον ποταμό. Τα σπίτια, γραφικά διασκορπισμένα πάνω στις ήπιες κλίσεις των λόφων, που κατεβαίνουν μέχρι την όχθη του ποταμού και οι όροφοι που κρέμονται από πάνω φαίνεται να κλίνουν προς τις όχθες του ποταμού σε μία προσπάθεια να χτυπήσουν εκείνα από την άλλη μεριά. Υπάρχουν αρκετά δένδρα στη πόλη, τα οποία με το πλούσιο πράσινο φύλλωμά τους τονίζουν το λευκό των τοίχων και τις οροφές με τα κόκκινα κεραμίδια των σπιτιών. Μερικοί μιναρέδες λεκιασμένοι από τον καιρό υψώνουν τα αστραφτερά χάλκινα μισοφέγγαρά τους εδώ και εκεί και ανταγωνίζονται μερικά καμπαναριά εκκλησιών ενώ η τοπική αναλογία μεταξύ σταυρών και μισοφέγγαρων δείχνει ότι το χριστιανικό στοιχείο υπερισχύει σε αναλογία 2 προς 1. Η πλειονότητα των χριστιανών χαρακτηρίζουν τους εαυτούς τους Βουλγάρους- τουλάχιστον αυτό έκαναν για τον καιρό που μιλώ εγώ-αλλά θα ήταν βιαστικό να υποστηρίξω ότι το κάνουν ακόμα. Η εθνικότητα στα Βαλκάνια είναι μία μεταβλητή ποσότητα, εξαρτάται αρκετά από τις εκτιμήσεις με τις οποίες το συναίσθημα, το αίμα ή η γλώσσα έχουν μικρή ή καμία σχέση. Σε άμεσο ανταγωνισμό με τους Βουλγάρους στέκεται μία μικρή αριθμητικά αποικία Ελλήνων, η οποία εδώ, όπως και στο Uskub, περιλαμβάνει τους πλουσιότερους και πολιτισμικά ανώτερους από τους κατοίκου της πόλης. (Abbott, σ. 9-10)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • O μουσουλμάνος Αλβανός, με το όνομα Σουλεϊμάν Προσόβα, είχε υπό τις διαταγές του 700 άντρες για τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους του Χριστιανικού χώρου. Προσπαθεί να εκκαθαρίσει τις ορεινές περιοχές από τους κλέφτες οι οποίοι όσον αφορά το Μοναστήρι, Πρίλεπο και Βυλάζωρα,διατηρούν πολλά αδιαπέραστα κρησφύγετα από τα οποία είναι σχεδόν αδύνατο να ξεριζωθούν οι κλέφτες.(Leake,τομ.ΙΙΙ,σ. 286)
  • Οι Αυταριάτες συνόρευαν στα ανατολικά με τους Αγριάνες και τους Μπεσσούς, στα νότια με τους Μαιδούς και τους Δάρδανες και στις άλλες κατευθύνσεις με τους Αρδιαίους και τους Σκορδίσκους. Πάνω απ’ όλα αυτή η άποψη της τοπογραφίας της περιοχής είναι σύμφωνη με την ιστορία, και τη γενική τοπογραφία των περιοχών, στα βόρεια της Μακεδονίας, ώστε δυνάμεθα να συμπεράνουμε ότι η Παιονία περιλάμβανε όλες τις κεντρικές και πιο γόνιμες περιοχές της Παιονίας και ότι είναι τοποθετημένη πάνω από τα στενά του Αξιού και καταλαμβάνει τις περιοχές κοντά στον ποταμό με εξαίρεση τις πηγές του Εριγώνα που συνενώνονται με την Άνω Μακεδονία. Η Βυλάζωρα, παρ’ότι περιγράφεται από τον Πολύβιο ως η πρωτεύουσα της Παιονίας, δεν ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου, πιθανώς λόγω της ακαταλληλότητας της περιοχής στην οποία βρίσκεται και της εγγύτητας της με τους Δάρδανες. Η βασιλική κατοικία, όπως μαθαίνουμε από τον Πολύαινο, βρισκόταν στον ποταμό Άστυκο ή Βράβνιτζα ή ποτάμι του Ιστίμπ, που τοποθετείται δίπλα στον Εριγώνα και είναι ο μεγαλύτερος παραπόταμος του Αξιού. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ.464)
  • Η ταύτιση μεταξύ του ονόματος Βελεσά ή Βελεσσός με τη Βυλάζωρα, πέρα από την ομοιότητα στον ήχο της προφοράς τους στην ελληνική γλώσσα, στηρίζεται και από ιστορικά στοιχεία . Τοποθετημένη στην πλεονεκτική θέση στο ανώτερο τμήμα του Αξιού, ανάμεσα στην εύφορη περιοχή που βρέχεται από αυτό τον ποταμό και τους παραπόταμούς του, και στην παρυφή των βουνών τα οποία διαχωρίζουν την Παιονία από την Ιλλυρία, η Βυλάζωρα εξαιτίας της τοποθεσίας της έχει τα απαιτούμενα προσόντα για να γίνει “η σπουδαιότερη πόλη της Παιονίας” ενώ η θέση των Βελεσών επιβεβαιώνει επακριβώς το περαιτέρω σχόλιο του Πολύβιου, ότι η Βυλάζωρα ήταν κοντά στα περάσματα που οδηγούν από την Δαρδανία στην Μακεδονία.Πιθανώς θα μπορούσε να υπάρξει μια ένσταση σχετικά με τη θέση της Βυλάζωρας και την ταύτιση αυτής με τα Βέλεσα , διότι δεν βρίσκεται στο δρόμο που οδηγεί από τους Στόβους στα Σκόπια, αν και τα Βελεσά εκτείνονται ακριβώς σε αυτή τη γραμμή. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 470-471)
  • Καθώς ο Περσέας είχε αφήσει ένα πολύ δύσκολο αντίπαλο στην Περραιβία και την Πιερία, δεν μπορούμε να πούμε ότι προχώρησε πιο πέρα από τον Αξιό από ότι ήταν αναγκαίο. Η Αλμάνα, ήταν πιθανώς κάτω από τα στενά του Ντεμίρ-καπί, ανάμεσα στα Στενά και την Ειδομένη και η Ντεσουντάβα 75 μίλια μακριά από εκεί, στην πορεία προς τον Δούναβη από την κοιλάδα του Moράβα κοντά στο Κουμάνοβο, έναν από τους παραπόταμους του Άνω Αξιού. Αυτό είναι το μεγαλύτερο νότιο άκρο που μπορεί να αποδοθεί στη Μαιδική προς την Παιονία και οι αντίστοιχες τοποθεσίες της Ντεσουντάβα, Βυλάζωρα και Αλμάνα συμφωνούν απόλυτα με τις περιστάσεις στις οποίες αναφέρεται και ο ιστορικός έτσι ώστε ο Περσέας να επιχείρησε να προμηθεύσει τους Κέλτες με εφόδια και η Βυλάζωρα βρισκόταν στο επίκεντρο της πιο γόνιμης περιοχής της Παιονίας.(Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 472)
  • Η σημαντική τοποθεσία των Σκοπίων στην έξοδο των βουνών της Ιλλυρίας στις πεδιάδες της Παιονίας και του Άνω Αξιού, καθιστούσαν την πόλη της Ιλλυρίας σημαντικό μεθοριακό σταθμό της Μακεδονίας. Από τους Ρωμαίους αποδόθηκε στη Δαρδανία και την εποχή του Πτολεμαίου και τον πέμπτο αιώνα ήταν η πρωτεύουσα της δουκικής Δαρδανίας.Οι Ρωμαίοι είχαν οριοθετήσει τα σύνορα της Δαρδανίας και της Μακεδονίας και συνεπώς είχαν αποδώσει τη Βυλάζωρα στη Δαρδανία ενδίδοντας έτσι εν μέρει στην απαίτηση των Δαρδάνων για εγκαθίδρυση της τετραρχίας της Μακεδονίας μετά την κατάκτηση της από τον Αιμίλιο. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σ. 477-478)
  • Ανάμεσα στο Μελένικο και στο Πετρίτσι, πάνω από το Ντεμίρχισαρ και τα στρυμωνικά στενά, ο κύριος παραπόταμος του Στρούμα ή Στρυμόνα, συνδέεται με έναν άλλο παραπόταμο τον Στρούμιτζα, πάνω από τον οποίο βρίσκεται μια πόλη με το ίδιο όνομα, μιας μέρας ταξίδι πάνω από το Πετρίτσι, στο δρόμο από Σέρρες προς Βελεσά. Πιθανόν ο Στρούμιτζα να ταυτίζεται με τον αρχαίο Αστραίο, όπου ο Φίλιππος έστειλε τον γιο του Δημήτριο, όταν έδωσε οδηγίες για τον θάνατό του, στον Δίδα, κυβερνήτη της Παιονίας, βέβαια ο Δίδας δεν εκτέλεσε εκεί τις εντολές του αλλά στην Ηράκλεια (Σιντική) αφού προσκάλεσε τον Δημήτριο σε γιορτή κατά τη διάρκεια της οποίας δόθηκε δηλητήριο στον πρίγκιπα. Ο Δίδας, σε ανταλλαγή των υπηρεσιών του, ευνοήθηκε από τον Περσέα όταν ανήλθε στον θρόνο. Και από τότε, βρίσκουμε τον Δίδα στις αρχές του περσικού πολέμου να διατάζει ένα σώμα 3.000 ανδρών, αποτελούμενο από Παίονες, Παροραίους, Παραστρυμόνιους και Αγριάνες. Τότε εξαφανίστηκε η μοναρχία των Παιόνων και η περιοχή της, με εξαίρεση ένα κομμάτι που κατοικούνταν από τους Δάρδανες, ενώθηκε με το βασίλειο της Μακεδονίας. Από αυτό το γεγονός και από τα ονόματα των λαών που κυβερνούσε ο Δίδας, είναι φανερό ότι η επαρχία της Παιονίας, την περίοδο της μακεδονικής μοναρχίας, καταλάμβανε τις κοιλάδες του Άνω Στρυμόνα και του Άνω Αξιού, με τα ενδιάμεσα όρη, και περιλάμβανε την χώρα των Αγριάνων, που κατοικούσαν κοντά στις πηγές του Στρυμόνα. Το Αστραίο φαίνεται να ήταν η κεντρική θέση της χώρας και η επαρχιακή θέση της κυβέρνησης. Η τοποθεσία του Στρούμιτζα είχε προσαρμοστεί να είναι το κυρίως οχυρό τέτοιων σκληραγωγημένων φυλών, των οποίων η δύναμη είχε δοκιμαστεί από τον Νικηφόρο Γρηγορά, όταν είχε σταλθεί το 1326 στα Σκόπια σε αποστολή στο Κραλ της Σερβίας από τον βασιλιά Ανδρόνικο τον πρεσβύτερο. Διηγείται ότι, αφού ταξίδεψε μισή νύχτα και μια μέρα με πλοιάριο από τον Στρυμόνα, έφτασε στον Στρούμιτζα, ένα τόσο ψηλό φρούριο, όπου οι άνδρες στα τείχη έμοιαζαν από την κοιλάδα σαν πουλιά. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σσ. 465-466)
  • Στις κοιλάδες που βρέχονται από τους παραπόταμους του ΄Ανω Αξιού και που μετατοπίζονται από τις δύο οδούς βόρεια των Στόβων υπάρχουν τρεις σημαντικές πόλεις, των οποίων τα σύγχρονα ονόματα μοιάζουν με τα αρχαία σε ικανοποιητικό βαθμό, και οδηγούν σε μια υπόθεση της ταυτότητας. Αυτά είναι τα Σκόπια, η Βελεσά και το Ιστίπ. Σχετικά με το πρώτο δεν υπάρχει αμφιβολία, καθώς το όνομα Σκούπι που απαντάται στον Ιεροκλή και στον Πτολεμαίο, βρίσκεται στην ίδια μορφή και στην ιστορία του Νικηφόρου Βρυεννίου στις αρχές του δωδέκατου αιώνα, παρ’ότι τα Σκόπια, η σημερινή ελληνική μορφή, χρησιμοποιείται από την Άννα Κομνηνή, σε νεότερη περίοδο, και αργότερα από τον Νικηφόρο Γρηγορά, που περιγράφει τα Σκόπια να βρίσκονται στις όχθες του Αξιού, που τότε, όπως και τώρα λεγόταν Βαρδάριον. (Leake, τομ. ΙΙΙ, σ. 469)
  • Τα Σκόπια σπάνια ετίθεντο υπό τον πλήρη έλεγχο της Κωνσταντινούπολης. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μιχαήλ Παλαιολόγου , οι Σέρβοι τα απέσπασαν από την αυτοκρατορία και έτσι τα Σκόπια έγιναν η έδρα του Κράλη. Εδώ ο Νικηφόρος Γρηγοράς συνάντησε στο παλάτι του τον άρχοντα των Τριβαλλών καθώς σοφά επονομάστηκε ο Κράλης, του οποίου ο διάδοχος το 1342 πρόσφερε προστασία και φιλοξενία στον Ιωάννη Καντακουζηνό όταν αποσύρθηκε πριν τον Απόκαυκο. Με τη συνθήκη που συνάφθηκε ανάμεσα στον Καντακουζηνό και στο βασιλιά της Σερβίας, ο τελευταίος απέκτησε μια προσωρινή εξουσία σε ένα μεγάλο τμήμα της Μακεδονίας, ενώ οι Ρωμαίοι, όπως αυτοαποκαλούνταν, του έδωσαν τη Ζίχνα, τις Φερρές, το Μελένικο, τη Στρούμιτσα, και την Καστοριά, και κράτησαν τα Σέρβια , τη Βέροια, την Έδεσσα, το Γυναικόκαστρο, τη Μυγδονία, και τις πόλεις στο Στρυμόνα, καθώς και την περιφέρεια των Σερρών και τα όρη του Ταντεσσάνου, του Οστρόβου και τα Σέρβια. (Leake, τομ.ΙΙΙ, σσ. 478-479)
  • Η Βυλαζόρα αναφέρεται ξανά στην ιστορία αυτού του πολυτάραχου έτους, το 168 π.Χ., όταν ο Περσέας, όχι πολύ πριν από την μάχη της Πύδνας, προσπάθησε να αποκτήσει μισθοφορικό στρατό 20.000 Kελτών, που σε αναμονή της στρατολόγησής τους από αυτόν είχαν αναπτυχθεί σε ίσους αριθμούς ίππων και πεζών μέχρι την Ντεσουντάμπα και τη Μεδίκα.(Leake, τόμ. ΙΙΙ, σελ.471).


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.